Άρθρα του/της Στέλιος Ψωμάς

Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ελλάδα. Το “φάντασμα” των φωτοβολταϊκών “μεγάλης κλίμακας” που, απ’ ότι φαίνεται, τρομάζει κάποιες τοπικές κοινωνίες αλλά και Περιφερειακές αρχές οι οποίες τον τελευταίο καιρό άρχισαν να εκδίδουν αρνητικές γνωματεύσεις για έργα που προωθούνται στην περιοχή τους. Αν τα έργα αυτά είχαν όντως αρνητικές συνέπειες στο περιβάλλον και την τοπική οικονομία, θα έλεγε κανείς πως οι αντιδράσεις αυτές είναι δικαιολογημένες, αν όχι επιβεβλημένες. Τι γίνεται όμως όταν οι αντιδράσεις αυτές δεν εδράζονται σε σοβαρά και πραγματικά επιχειρήματα αλλά σε μύθους και ατεκμηρίωτες γενικότητες;

Ας δούμε μια σειρά από “επιχειρήματα” γι’ αυτή την αρνητική στάση και μάλιστα όπως αυτά εκφράστηκαν στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας, μια περιοχή που χρειάζεται μεγάλες επενδύσεις για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες της απολιγνιτοποίησης και την υψηλή ανεργία που μαστίζει την περιοχή για πάνω από μια δεκαετία τώρα.

Μα είναι “μεγάλης κλίμακας”. Ε, και;

Το πρώτο και βασικό επιχείρημα είναι πως πρόκειται για επενδύσεις “μεγάλης κλίμακας”, ως αυτό από μόνο του να συνιστά μειονέκτημα και έγκλημα καθοσιώσεως. Το “μεγάλης κλίμακας” τρομάζει ενδεχομένως κάποιους λόγω κατάληψης χώρου και επειδή πιστεύουν ότι υπάρχει περαιτέρω επιβάρυνση του περιβάλλοντος. Σε ότι αφορά στην κατάληψη χώρου, επισημαίνουμε απλώς ότι ένας σταθμός “μεγάλης κλίμακας” καταλαμβάνει συγκριτικά λιγότερο χώρο από ότι πολλοί μικρότεροι σταθμοί της ίδιας αθροιστικά ισχύος (λόγω των αποστάσεων ασφαλείας που πρέπει να αφεθούν περιμετρικά μεταξύ φωτοβολταϊκών και περίφραξης). Ας δούμε επίσης τι έχει δείξει η πολύχρονη εμπειρία από την εγκατάσταση χιλιάδων μεγάλων φωτοβολταϊκών σταθμών σε εκατοντάδες χώρες του κόσμου.

Φωτοβολταϊκά, βιοποικιλότητα και αγροτική οικονομία

Όλες ανεξαιρέτως οι επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι τα γήπεδα στα οποία εγκαθίστανται φωτοβολταϊκοί σταθμοί παρουσιάζουν μεγαλύτερη βιοποικιλότητα από τα διπλανά καλλιεργούμενα χωράφια. Από περιβαλλοντικής άποψης λοιπόν, τα φωτοβολταϊκά έχουν θετική επίδραση στη βιοποικιλότητα και όσο μεγαλύτερος είναι ο σταθμός, τόσο καλύτερα. Το ενδιαφέρον επίσης συμπέρασμα των μελετών είναι πως και τα χωράφια που είναι εγγύτερα στα φωτοβολταϊκά παρουσιάζουν αυξημένη παραγωγικότητα έναντι άλλων που βρίσκονται μακρύτερα (κυρίως λόγω επικονίασης από τα έντομα που διαβιούν στο χώρο του φωτοβολταϊκού). Τα φωτοβολταϊκά συνεπώς βελτιώνουν την αγροτική παραγωγικότητα και δεν τη μειώνουν. Σε ότι αφορά στην εκτατική κτηνοτροφία, είναι πολλές οι περιπτώσεις που κοπάδια αιγοπροβάτων, όχι μόνο βόσκουν μέσα σε φωτοβολταϊκούς σταθμούς, αλλά βρίσκουν και καταφύγιο για σκίαση κάτω από τις συστοιχίες των φωτοβολταϊκών.

Θα καταλάβουν τα δίκτυα. Τι θα γίνουν οι μικροί παραγωγοί;

Ένας φόβος που εκφράστηκε είναι πως οι επενδύσεις “μεγάλης κλίμακας” θα καταλάβουν τα δίκτυα και δεν θα υπάρχει πλέον επαρκής ηλεκτρικός χώρος για μικρούς παραγωγούς. Η άποψη αυτή καταδεικνύει απλώς άγνοια για τα ηλεκτρικά δίκτυα. Οι σταθμοί “μεγάλης κλίμακας” συνδέονται στην υψηλή τάση με δικούς τους υποσταθμούς, τους οποίους πληρώνουν οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές δημιουργώντας καινούργιο ηλεκτρικό χώρο. Οι μικροί παραγωγοί συνδέονται στη χαμηλή και μέση τάση, εξαρτώνται δηλαδή από τις υποδομές που διαχειρίζεται ο ΔΕΔΔΗΕ και εκεί πράγματι υπάρχει πρόβλημα κορεσμού. Μόνο που δεν φταίνε οι μεγάλες επενδύσεις γι’ αυτό. Αντιθέτως με την κατασκευή ενός νέου υποσταθμού από κάποια μεγάλη επένδυση, συνήθως περισσεύει ηλεκτρικός χώρος για να εξυπηρετηθούν και μικροί παραγωγοί.

Το μέγεθος μετρά και στην οικονομία

Εκεί όμως που τα επιχειρήματα εναντίον των σταθμών “μεγάλης κλίμακας” είναι τελείως έωλα είναι στο θέμα της συμβολής των σταθμών αυτών στην τοπική οικονομία και στη συνεισφορά τους στη μείωση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας (μείωση που όλοι επιζητούν και επικαλούνται εν ονόματι μάλιστα των λαϊκών συμφερόντων).  Λόγω οικονομίας κλίμακας, οι σταθμοί μεγάλης ισχύος κοστίζουν συγκριτικά λιγότερο ανά μονάδα ισχύος και μπορούν να παρέχουν φθηνότερη ηλεκτρική ενέργεια σε σχέση με μικρότερα συστήματα. Για του λόγου το αληθές, ας δούμε τις τιμές με τις οποίες αποζημιώνονται σήμερα οι φωτοβολταϊκοί σταθμοί διαφόρων μεγεθών:

– Φωτοβολταϊκός σταθμός μεγαλύτερος των 20 MW: <50 €/MWh

– Φωτοβολταϊκός σταθμός 500 kW: 70,3 €/MWh

– Οικιακό φωτοβολταϊκό 6 kW: 87 €/MWh

Με άλλα λόγια, η κιλοβατώρα που παράγεται από ένα μικρό φωτοβολταϊκό σταθμό είναι περίπου 40% ακριβότερη από την αντίστοιχη που παράγεται από ένα φωτοβολταϊκό σταθμό “μεγάλης κλίμακας”, αυτή δε που παράγεται από ένα μικρό οικιακό σύστημα είναι περίπου 75% ακριβότερη από την αντίστοιχη που παράγεται από ένα φωτοβολταϊκό σταθμό “μεγάλης κλίμακας”. Τα καλά νέα βέβαια είναι πως, σε όλες τις περιπτώσεις, το κόστος παραγωγής από φωτοβολταϊκά είναι πλέον μικρότερο από το αντίστοιχο του λιγνίτη.

Όπως είναι γνωστό, στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) προβλέπεται η εγκατάσταση τουλάχιστον 5 GW φωτοβολταϊκών την ερχόμενη δεκαετία. Ο στόχος αυτός δεν είναι εφικτό να επιτευχθεί χωρίς τη συμβολή σταθμών “μεγάλης κλίμακας”. Ακόμη κι αν κάτι τέτοιο μπορούσε να γίνει, το επιπλέον κόστος που θα καλούνταν να επωμιστούν οι καταναλωτές θα ήταν της τάξης των εκατοντάδων εκατομμυρίων ετησίως. Χρειάζεται λοιπόν να βρούμε μια ισορροπημένη λύση, η οποία βεβαίως θα βασίζεται σε όλες τις κατηγορίες σταθμών, μικρών και μεγάλων.

Φθηνό ρεύμα ίσον μαγνήτης για νέες επενδύσεις

Επιπλέον, η προσφορά φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας σε μια περιοχή (ιδίως όταν εφαρμοστούν στην πράξη οι διμερείς εμπορικές συμβάσεις μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών ηλεκτρικής ενέργειας) συνιστά σοβαρό κίνητρο για την εγκατάσταση παραγωγικών μονάδων σε μια περιοχή. Αν λοιπόν η Δ. Μακεδονία θέλει να αποτελέσει πόλο έλξης νέων παραγωγικών μονάδων, θα έπρεπε να επιζητά την κατασκευή μεγάλων φωτοβολταϊκών σταθμών που εγγυώνται χαμηλότερες τιμές.

Φωτοβολταϊκά: πρωταθλητής στην απασχόληση

Σε ότι αφορά την απασχόληση, τα φωτοβολταϊκά, όχι μόνο είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης στο χώρο των ΑΠΕ (3,6 εκατ. θέσεις εργασίας διεθνώς το 2018) αλλά παρέχουν απασχόληση και σε βάθος χρόνου. Η πλειοψηφία των θέσεων εργασίας που σχετίζεται με την ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών, δεν προέρχεται από την παραγωγή του εξοπλισμού (όπως λανθασμένα θεωρούν κάποιοι), αλλά από την ανάπτυξη και κατασκευή φωτοβολταϊκών σταθμών, όσο και από τη λειτουργία και συντήρησή τους. Με βάση τη μεθοδολογία της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Εργατικών Συνδικάτων, για κάθε νέο μεγαβάτ (MW) φωτοβολταϊκών δημιουργούνται σε βάθος εικοσαετίας 20,5 εργατοέτη στην ανάπτυξη και εγκατάσταση των έργων, 6,4 εργατοέτη στην παραγωγή εξοπλισμού και 6,6 εργατοέτη στη λειτουργία και συντήρηση του φωτοβολταϊκού σταθμού. Κατά μέσο όρο μάλιστα, το 75% των θέσεων εργασίας στα φωτοβολταϊκά προσφέρονται σε τοπικό επίπεδο.

Η άγνοια φέρνει χρεοκοπία

Κάποιοι, αγνοώντας προφανώς το πώς λειτουργεί η βιομηχανία φωτοβολταϊκών σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, διεκδικούν ως αντισταθμιστικό τη δημιουργία ενός εργοστασίου παραγωγής φωτοβολταϊκών πλαισίων στην περιοχή τους για να επιτρέψουν την κατασκευή ενός φωτοβολταϊκού σταθμού ηλεκτροπαραγωγής “μεγάλης κλίμακας”. Όπως έδειξε η διεθνής εμπειρία, μια τέτοια πρόταση συνιστά συνταγή για χρεοκοπία του επενδυτή και πέταμα χρημάτων. Παρατηρώντας κανείς την ανάπτυξη των παραγωγικών μονάδων τα τελευταία χρόνια, θα διαπιστώσει ότι υπήρξε συγκέντρωση της παραγωγής φωτοβολταϊκών στην Κίνα και άλλες ασιατικές χώρες κυρίως λόγω οικονομίας κλίμακας και καθετοποίησης της παραγωγής. Τέτοιες συνθήκες δεν υπάρχουν στην Ελλάδα (σήμερα δεν υπάρχουν καλά-καλά ούτε στην Ευρώπη ή και τις ΗΠΑ). Επιπλέον, οι τεχνολογικές εξελίξεις στο χώρο των φωτοβολταϊκών είναι τόσο ραγδαίες, που μια μικρή μονάδα δεν έχει ελπίδα να τις παρακολουθήσει και σύντομα θα οδηγηθεί μοιραία στην απαξίωση και το κλείσιμο.

Τα λεφτά σου ή τη ζωή σου!

Πέραν των παραπάνω “επιχειρημάτων” έχουν ακουστεί και άλλα (και μάλιστα από κατέχοντες τοπικά αξιώματα) τα οποία θα ήταν ανάξια σχολιασμού αν δεν καταδείκνυαν τη νοσηρή νοοτροπία που διακατέχει κάποιους. Υπήρξε περίπτωση για παράδειγμα ανοιχτού εκβιασμού ότι, είτε δίνετε στις τοπικές αρχές το 25% (!) του τζίρου σας είτε ψηφίζουμε αρνητικά. Η δίκαιη μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή δεν μπορεί να βασίζεται σε τέτοιες απαράδεκτες μεθόδους και πρακτικές.

Συνοψίζοντας

Τα φωτοβολταϊκά είναι σήμερα η καθαρότερη και φθηνότερη ενεργειακή τεχνολογία, η δε εξέλιξη της τεχνολογίας οδηγεί σε ολοένα λιγότερες επιπτώσεις στο περιβάλλον. Συμβάλλουν στην τοπική οικονομία και στην απασχόληση και αποτελούν την προτιμητέα επιλογή για το πέρασμα στη μεταλιγνιτική εποχή. Ενισχύουν την ενεργειακή δημοκρατία (κυρίως μέσω των μικρών και μεσαίων μονάδων) αλλά εγγυώνται και την ελάφρυνση των καταναλωτών (κυρίως μέσω των μεγάλων μονάδων). Το να κλείνει κανείς τα μάτια του στο μέλλον δεν συνιστά συνεπώς σώφρονα επιλογή. Ας αφήσουμε τον ήλιο να λάμψει!

Νέα ανά χρονιά
Reset