Περί υποχρεωτικής φύτευσης φωτοβολταϊκών σταθμών

Με το άρθρο 51 του σχεδίου νόμου, η δημόσια διαβούλευση του οποίου μόλις ολοκληρώθηκε, θεσπίζονται για τους κατόχους φωτοβολταϊκών σταθμών υποχρεώσεις για δενδροφύτευση περιμετρικά των έργων, ώστε να περιοριστούν η περιβαλλοντική επιβάρυνση και η οπτική όχληση από την εγκατάσταση των φωτοβολταϊκών συστημάτων. Συγκεκριμένα, υποχρεούνται κατά την εγκατάσταση των σταθμών και, σε κάθε περίπτωση, πριν από την ηλέκτρισή τους, σε φύτευση και συντήρηση καθ’ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας τους, φυτών συμβατών με τη φυτοκοινωνία της περιοχής, περιμετρικά της εγκατάστασης, ύψους μεγαλύτερου των εγκαταστάσεων του φωτοβολταϊκού σταθμού (φωτοβολταϊκά πλαίσια, αντιστροφείς), λαμβάνοντας υπόψη το εδαφικό υπόστρωμα και τη δυνατότητα άρδευσης. Η φύτευση δύναται να επιβληθεί και εντός των σταθμών επί των ορίων διακριτών υποπεριοχών του συνολικού έργου.

Παρόλες τις προφανώς αγαθές προθέσεις της ρύθμισης αυτής, θα θέλαμε να επισημάνουμε τα εξής:

Η φύτευση σε όλη την περίμετρο δεν είναι συχνά εφικτή. Περισσότερο νόημα έχει η φύτευση τμημάτων της εγκατάστασης, εφόσον φυσικά υπάρχει επαρκής και κατάλληλος χώρος, κάτι που δεν είναι ο κανόνας αλλά η εξαίρεση.

Η βιωσιμότητα των φυτεύσεων (ακόμη και με γηγενή είδη) δεν είναι πάντα δεδομένη. Η εμπειρία της Ισπανίας η οποία προσπάθησε να εφαρμόσει αντίστοιχα μέτρα, ήδη από το 2010, είναι χαρακτηριστική. Έρευνες έδειξαν ότι η βιωσιμότητα γηγενών μεσογειακών ειδών σε περιφράξεις φωτοβολταϊκών στην Ισπανία κυμαίνεται από 10%-90% ανάλογα με το είδος και τις συνθήκες της περιοχής.

Για λόγους ασφαλείας, τυχόν φυτεύσεις δεν θα πρέπει να εμποδίζουν τις δέσμες του συστήματος συναγερμού του σταθμού, ενώ θα πρέπει να διασφαλίζεται επίσης ότι υπάρχει επαρκής χώρος για φύτευση, ώστε τα δένδρα να μη σκιάζουν τα φωτοβολταϊκά πλαίσια επηρεάζοντας αρνητικά την παραγωγή ενέργειας.

Η ρύθμιση κάνει λόγο για φύτευση ύψους μεγαλύτερου των εγκαταστάσεων του φωτοβολταϊκού σταθμού. Αυτό σημαίνει τη φύτευση δένδρων ύψους μεγαλύτερου των τριών (3) μέτρων. Δένδρα αυτής της κατηγορίας όμως έχουν υψηλό κόστος κτήσης (οι τρέχουσες τιμές δένδρων Κατηγοριών Δ5-Δ8 κυμαίνονται από 45 € έως 170 € ανά δένδρο). Δεδομένου ότι οι σταθμοί βρίσκονται στις περισσότερες περιπτώσεις σε απομακρυσμένες περιοχές, απαιτούνται επιπλέον έξοδα για τη μεταφορά και φύτευση. Ανάλογα με το μέγεθος του σταθμού, το κόστος της δενδροφύτευσης μπορεί να επιβαρύνει το συνολικό επενδυτικό κόστος έως και 0,5% για σταθμούς πολύ μεγάλης κλίμακας (άνω των 50 MW) και έως 5% περίπου για μικρούς σταθμούς (ισχύος 500-1.000 kW).

Μεγάλο πρόβλημα αποτελεί επίσης το πότισμα των δένδρων αυτών. Ένα δένδρο αυτού του ύψους απαιτεί συχνό πότισμα κυρίως κατά την πρώτη διετία από τη μεταφύτευσή του. Η συντριπτική πλειονότητα των σταθμών δεν διαθέτει πρόσβαση σε νερό. Απαιτείται δηλαδή η μεταφορά του με υδροφόρες και μάλιστα με πολύ μεγάλη συχνότητα (ιδανικά ανά εβδομάδα). Αυτό επιβαρύνει το ετήσιο λειτουργικό κόστος ενός σταθμού μικρής κλίμακας κατά 8%-10% περίπου.

Τα παραπάνω επηρεάζουν το σταθμισμένο κόστος παραγωγής των σταθμών (αύξηση έως και 0,7% για πολύ μεγάλους σταθμούς, και έως 6% περίπου για μικρούς σταθμούς ισχύος 500-1.000 kW) και αυτό θεωρώντας ότι τα δένδρα θα επιβιώσουν στο σύνολό τους και δεν θα χρειαστεί επαναφύτευση, κάτι που δυστυχώς δεν επιβεβαιώνεται από πραγματικές εφαρμογές.

Θεωρούμε σκόπιμο να προβλεφθεί η φύτευση ως καλή πρακτική. Στο σχέδιο νόμου προβλέπεται η παροχή κινήτρων για σταθμούς που προβαίνουν στη σχετική φύτευση υποχρεωτικά σύμφωνα με το παρόν ή κατόπιν δικής τους βούλησης, χωρίς όμως να γίνεται περαιτέρω μνεία για το είδος των κινήτρων.

Θα πρέπει επίσης να γίνει σαφές ότι η εξαίρεση από φύτευση δεν αφορά μόνο λόγους μορφολογίας ή φυσιολογίας του εδάφους και δυνατότητας άρδευσης, αλλά πρακτικά και όλα τα συστήματα επί κτιρίων ή οργανωμένων υποδοχέων βιομηχανικών δραστηριοτήτων (αυτονόητο μεν, αλλά δεν αναφέρεται στις εξαιρέσεις).