Οι θέσεις του ΣΕΦ για τον Μακροχρόνιο Ενεργειακό Σχεδιασμό

Με αφορμή την έναρξη του δημοσίου διαλόγου για τη χάραξη ενός νέου μακροχρόνιου σχεδιασμού, ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ) παρουσιάζει τις προτάσεις του.

 Ο νέος μακροχρόνιος ενεργειακός σχεδιασμός της χώρας με ορίζοντα το 2030, θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τα εξής:

  1. Την ανάγκη να καλύπτονται οι στόχοι για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής που αποτελούν ουσιαστική υποχρέωση αλλά και δέσμευση της χώρας. Άλλωστε, ήδη με το Ν.3851/2010, είχε οριστεί ότι “η προστασία του κλίματος, μέσω της προώθησης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε., αποτελεί περιβαλλοντική και ενεργειακή προτεραιότητα υψίστης σημασίας για τη χώρα”. Είναι καιρός αυτό να εκφραστεί και στην πράξη.
  2. Την ανάγκη να καλύπτονται κατ’ ελάχιστον οι διεθνείς και εθνικοί δεσμευτικοί στόχοι για τη διείσδυση των ΑΠΕ.
  3. Την ανάγκη να καλύπτεται μεγάλο μερίδιο των ενεργειακών αναγκών από εγχώριους, καθαρούς και ανεξάντλητους πόρους.
  4. Την ανάγκη να υπάρχει ένας συνδυασμός τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα, οι οποίες είναι ευέλικτες στη λειτουργία τους και που μπορούν να στηρίξουν τεχνικά τη μεγάλη διείσδυση των ΑΠΕ στα ηλεκτρικά δίκτυα.
  5. Την ανάγκη να επιτυγχάνεται η ενεργειακή ασφάλεια και οι περιβαλλοντικοί στόχοι χωρίς υπέρμετρη επιβάρυνση των πολιτών και των δημόσιων οικονομικών.

Στο πλαίσιο αυτό:

  1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πρόκρινε πρόσφατα ένα ελάχιστο στόχο 35% συμμετοχής των ΑΠΕ στην ακαθάριστη κατανάλωση ενέργειας ως το 2030. Τονίζουμε πάντως πως πρόσφατη μελέτη της DG ENER της ΕΕ (Φεβ. 2018) έδειξε ότι είναι απολύτως εφικτός και ένας στόχος για συμμετοχή 45% των ΑΠΕ στην ακαθάριστη κατανάλωση ενέργειας ως το 2030, στόχος που δίνει μάλιστα μεγαλύτερη ώθηση στην ανάπτυξη και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.
  2. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, θα πρέπει να τεθεί ένας επιμέρους στόχος για τη συμμετοχή των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή. Η εμπειρία έχει δείξει ότι, για να επιτευχθεί ο στόχος στο σύνολο της ενεργειακής κατανάλωσης, ο στόχος της ηλεκτροπαραγωγής θα πρέπει να είναι σχεδόν διπλάσιος. Ο στόχος αυτός είναι τεχνικά εφικτός, ιδιαίτερα αν συνυπολογίσει κανείς την αναμενόμενη ταχεία διείσδυση της αποθήκευσης στην επόμενη δεκαετία. Η σχετική μελέτη της DG ENER της ΕΕ θεωρεί εφικτό ένα ποσοστό 79% συμμετοχής των ΑΠΕ στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας ως το 2030.

  1. Ειδικότερα για τα φωτοβολταϊκά (που αποτελούν πλέον τη φθηνότερη ενεργειακή τεχνολογία) προκρίνουμε ως ελάχιστο εθνικό στόχο για το 2030 τα 6,5 GWp συνολικής εγκατεστημένης ισχύος, στόχος που θα πρέπει να αυξηθεί αν επαληθευθούν οι εκτιμήσεις για σημαντική περαιτέρω μείωση του κόστους τα επόμενα χρόνια. Τονίζουμε με έμφαση πως όλες οι εκτιμήσεις μέχρι τώρα (ακόμη και οι πιο αισιόδοξες) υποτίμησαν το τεράστιο δυναμικό αλλά και την εντυπωσιακή μείωση κόστους που επετεύχθη στα φωτοβολταϊκά. Την ίδια δυναμική παρουσιάζει σήμερα και ο τομέας της αποθήκευσης ενέργειας.
  2. Στο νέο ενεργειακό σχεδιασμό δεν χωρούν νέες λιγνιτικές μονάδες, κάτι που πλέον αναγνωρίζει ακόμη και η Eurelectric, ο φορέας δηλαδή που εκπροσωπεί τις ευρωπαϊκές ηλεκτρικές εταιρίες.
  3. Ο ρόλος του φυσικού αερίου θα πρέπει να είναι αυτού της γέφυρας στο πέρασμα σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, λαμβάνοντας υπόψη και την αναμενόμενη ταχεία διείσδυση της αποθήκευσης, μέσω της οποίας μπορεί να υπάρξει σταθερότητα δικτύων και ασφάλεια εφοδιασμού με μικρότερο μάλιστα κόστος για τους καταναλωτές και μεγαλύτερο όφελος για το περιβάλλον.
  4. Ο σημερινός σχεδιασμός για την ηλεκτροκίνηση και τη χρήση εναλλακτικών καυσίμων στις μεταφορές (Αριθ. οικ. 77226/1, ΦΕΚ 3824Β’/2017) είναι εξόχως συντηρητικός και δεν αντικατοπτρίζει τις διεθνείς τάσεις ανάπτυξης των υποδομών ηλεκτροκίνησης.

Αξίζει επίσης να επισημάνουμε την αποτυχία όλων των προηγούμενων μακροχρόνιων ενεργειακών σχεδιασμών να προβλέψουν την εκθετική ανάπτυξη όπως και την εξίσου εντυπωσιακή μείωση του κόστους ορισμένων τεχνολογιών (με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση των φωτοβολταϊκών). Για το λόγο αυτό, ο νέος ενεργειακός σχεδιασμός θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευέλικτος και να έχει περισσότερο το χαρακτήρα ενός οδικού χάρτη προς μία οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα, παρά τη μορφή μιας “αυστηρής”, δύσκαμπτης και καταδικασμένης να αποτύχει διακήρυξης.

 Σε ότι αφορά στα μέτρα και πολιτικές που θα πρέπει να υιοθετηθούν, ο ΣΕΦ προκρίνει τα παρακάτω:

  1. Απλοποίηση της διαδικασίας αδειοδότησης έργων ΑΠΕ με κατάργηση όλων των μη απαραίτητων σταδίων που αντικατοπτρίζουν τις συνθήκες παλαιότερων εποχών αλλά δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα.
  2. Ειδικότερα για τα φωτοβολταϊκά, προτείνουμε τα εξής:
  • Κατάργηση των Αδειών Παραγωγής, Εγκατάστασης και Λειτουργίας για τα φωτοβολταϊκά και πρόταση ενός νέου σχήματος αδειοδότησης, εποπτείας και ελέγχου των επενδύσεων.
  • Αποσαφήνιση θεμάτων χωροθέτησης φωτοβολταϊκών σταθμών.
  • Εγκατάσταση, υπό προϋποθέσεις, φωτοβολταϊκών σε ένα μικρό ποσοστό της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας.
  • Εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε αδόμητα οικόπεδα.
  • Υπογραφή υπουργικής απόφασης για άμεσο καθορισμό εγγυημένων τιμών σε φωτοβολταϊκά συστήματα ισχύος <500 kWp (όπως προβλέπουν οι Κατευθυντήριες Γραμμές της ΕΕ).
  • Βελτίωση του καθεστώτος αυτοπαραγωγής ώστε να δοθεί η δυνατότητα εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού σε όλες τις κατηγορίες αυτοπαραγωγών και να διευκολυνθεί η εφαρμογή μέτρων καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας.
  • Προώθηση της αποθήκευσης ενέργειας και άρση των σημερινών εμποδίων.

Σε ότι αφορά στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, ο ΣΕΦ προκρίνει τα παρακάτω που αφορούν ειδικότερα την τεχνολογία των φωτοβολταϊκών:

  • Διευκόλυνση, κίνητρα και εγγυήσεις για την ουσιαστική ενεργοποίηση Εταιριών Ενεργειακών Υπηρεσιών (ESCOs).
  • Να θεωρηθούν τα φωτοβολταϊκά ως επιλέξιμη τεχνολογία στα Καθεστώτα Επιβολής Υποχρέωσης Ενεργειακής Απόδοσης.

Για το θέμα της ενεργειακής ασφάλειας να τονίσουμε ότι η ηλιακή ακτινοβολία που φτάνει στη χώρα μας κάθε χρόνο ισοδυναμεί με 132 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου. Με βάση την τρέχουσα τιμή πετρελαίου, η ισοδύναμη αξία αυτής της ηλιακής ενέργειας είναι περίπου 7,5 τρις ευρώ! Τα φωτοβολταϊκά σε συνδυασμό με αποθήκευση μπορούν να προσφέρουν άμεσα ενεργειακή ασφάλεια, καθαρότερο περιβάλλον, περισσότερες θέσεις εργασίας και μικρότερη επιβάρυνση για τους καταναλωτές.

Στο θέμα της αγοράς ενέργειας τέλος, και ειδικότερα στο πλαίσιο της απελευθέρωσης της αγοράς και της εφαρμογής του Μοντέλου Στόχου της ΕΕ, ο ΣΕΦ ζητά να δοθεί το συντομότερο δυνατόν η δυνατότητα σε παραγωγούς ΑΠΕ να συνάπτουν διμερείς συμβάσεις (PPA) απ’ ευθείας με καταναλωτές.

Οι θέσεις του ΣΕΦ στη δημόσια διαβούλευση της ΡΑΕ για τους διαγωνισμούς ΑΠΕ

Σε ότι αφορά τα σχέδια προκήρυξης των διαγωνισμών, τα οποία παρουσίασε η ΡΑΕ, ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών παρατηρεί πως υπάρχουν τρία σημεία που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής και τα οποία μπορούν να υποσκάψουν την επιτυχή έκβαση των διαγωνισμών. Συγκεκριμένα:

1. Χρονοδιάγραμμα υλοποίησης διαγωνισμών

Δίνεται ελάχιστος χρόνος για την προετοιμασία των επενδυτών και την υποβολή των αιτήσεων (σύμφωνα με το ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα από 17/4 έως 23/5). Δεδομένου ότι ένας αριθμός έργων θα πρέπει να λάβει οριστικούς όρους σύνδεσης από τον αρμόδιο Διαχειριστή και την ίδια περίοδο να προετοιμάσει το φάκελο της αίτησης και να προσεγγίσει τις τράπεζες για να κανονίσει τα των εγγυητικών επιστολών, φρονούμε πως θα πρέπει να παραταθεί ο χρόνος αυτός κατά μερικές εβδομάδες αν θέλουμε να υπάρχει συμμετοχή.

2. Καθορισμός επιπέδου ανταγωνισμού

Τα σχέδια προκήρυξης των διαγωνισμών προτείνουν το ποσοστό συμμετοχής στους διαγωνισμούς να είναι τουλάχιστον 75% πλέον της δημοπρατούμενης ισχύος. Δεδομένης της εμφανούς έλλειψης ώριμων αδειοδοτικά έργων, πιστεύουμε ότι η πρόταση αυτή είναι ανεδαφική και θα οδηγήσει σε συρρίκνωση το προσδοκώμενο αποτέλεσμα αλλά και τον ανταγωνισμό, όταν μάλιστα στον πρώτο πιλοτικό διαγωνισμό το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 40%. Προτείνουμε λοιπόν, ειδικά για τον πρώτο διαγωνισμό και όσο δεν υπάρχει επαρκής αριθμός ώριμων έργων, το ποσοστό αυτό να είναι σημαντικά μικρότερο του πιλοτικού διαγωνισμού.

3. Ο κανόνας “το μικρό ψάρι τρώει το μεγάλο”

Στο προτεινόμενο σχέδιο αναφέρονται τα εξής:

“Αν δύο προσφορές έχουν ίδια παράμετρο τιμής, τότε «καλύτερη» είναι αυτή, της οποίας ο σταθμός έχει την μικρότερη εγκατεστημένη ισχύ (παράμετρος ποσότητας).

Με τη λήξη της δημοπρασίας, οι προσωρινές δεσμεύσεις γίνονται οριστικές και «κλειδώνουν» στους αντίστοιχους Συμμετέχοντες με βάση την τελική λίστα προτεραιότητας «καλύτερης προσφοράς» (δηλαδή παράμετρος τιμής, παράμετρος ποσότητας και παράμετρος χρόνου). Επισημαίνεται ότι στη διαδικασία των διαδοχικών δεσμεύσεων, αν η εγκατεστημένη ισχύς μίας προσφοράς είναι μεγαλύτερη από την εναπομείνασα ποσότητα, (είτε στη διάρκεια της δημοπρασίας με τις προσωρινές δεσμεύσεις, είτε στο κλείσιμο με την οριστικοποίηση) η προσφορά δεν εξυπηρετείται καθόλου και το σύστημα προχωρά στην επόμενη προσφορά προς εξυπηρέτηση”.

Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την πρόσφατη υπουργική απόφαση (22/3/2018) η οποία αναφέρει τα εξής:

“Στην περίπτωση που η δημοπρατούμενη ισχύς μιας ανταγωνιστικής διαδικασίας δεν καλύπτεται, είναι δυνατή η υπερκάλυψη αυτής με την επιλογή του αμέσως επόμενου, στη σειρά κατάταξης με βάση την τιμή προσφοράς στην ανταγωνιστική διαδικασία, σταθμού ή συγκροτήματος σταθμών”.

Όλα τα παραπάνω έρχονται σε αντίθεση με τον διακηρυγμένο στόχο της ΡΑΕ “να γίνει στο μέγιστο βαθμό εμπροσθοβαρώς ο επιμερισμός της ισχύος με βέλτιστο τρόπο”.

Επιπλέον, και τα τρία σημεία που περιέχονται στο σχέδιο προκήρυξης και επισημαίνουμε παραπάνω, θέτουν εν κινδύνω την επίτευξη των στόχων που έχει θέσει η Πολιτεία για συμμετοχή των ΑΠΕ στην ακαθάριστη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας σε ποσοστό τουλάχιστον 40% ως το 2020 (αρθ. 1, Ν. 3851/2010). Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, στα τέλη του 2016 (τελευταία χρονιά για την οποία υπάρχουν δημοσιευμένα επίσημα στοιχεία), οι ΑΠΕ κάλυπταν το 23,72% της ακαθάριστης κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, με άλλα λόγια δεν έχουμε την πολυτέλεια να θέτουμε αναίτια εμπόδια στην υλοποίηση νέων έργων ΑΠΕ, τη στιγμή μάλιστα που ο ίδιος νόμος προβλέπει πως “η προστασία του κλίματος, μέσω της προώθησης  της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Α.Π.Ε., αποτελεί περιβαλλοντική και ενεργειακή προτεραιότητα υψίστης σημασίας για τη χώρα”. Αυτό ισχύει πρωτίστως για τη ΡΑΕ που είναι ο θεματοφύλακας αυτών των υποχρεώσεων και δεσμεύσεων της χώρας. Και φυσικά, δεν μπορεί κάποιοι αυθαίρετοι κανόνες (όπως είναι π.χ. το ποσοστό ανταγωνισμού) να υπερτερούν των νόμων και της βούλησης της Πολιτείας.

Κοινή ανακοίνωση φορέων ΑΠΕ για τη «Χρέωση Προμηθευτών»

Οι  παρακάτω υπογράφοντες συλλογικοί φορείς εκπροσωπώντας:

  • τη μεγάλη πλειοψηφία των ανεξάρτητων ηλεκτροπαραγωγών και προμηθευτών εξοπλισμών ΑΠΕ στην Ελλάδα,
  • το μεγαλύτερο τμήμα της εγκατεστημένης ανανεώσιμης ισχύος στην χώρα, και
  • όλες τις εμπορικές τεχνολογίες ΑΠΕ, δηλαδή τα αιολικά πάρκα, τα φωτοβολταϊκά, τα μικρά υδροηλεκτρικά και τη βιομάζα

Δηλώνουμε ότι πρέπει να συνεχιστεί απαρέγκλιτα η εφαρμογή της ρύθμισης του Άρθρου 23 του Ν. 4414/2016 που ψηφίστηκε με ευρύτατη πλειοψηφία στη Βουλή στις 4.8.2016, εξειδικεύτηκε με δύο Αποφάσεις της ΡΑΕ (334/2016 και 149/2017) και έγινε γνωστή ως «Χρέωση Προμηθευτών», δεδομένου ότι:

  1. Στόχος της ήταν και παραμένει, να ενσωματώσει την αξία της ανανεώσιμης ενέργειας στο συνολικό κόστος των προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας, έτσι ώστε να αντανακλάται η μείωση που επιφέρουν σε αυτό οι ΑΠΕ – και μάλιστα μέσω του ίδιου του μηχανισμού επίλυσης της χονδρεμπορικής αγοράς.

Η μη ενσωμάτωση της αξίας αυτής ως ανωτέρω επιβάρυνε άδικα τους καταναλωτές και τις ΑΠΕ προς όφελος των προμηθευτών αφού προκαλούσε για πολλά χρόνια συνεχείς αυξήσεις του ΕΤΜΕΑΡ και ελλείμματα στον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ (Ε.Λ.ΑΠΕ) του ΛΑΓΗΕ.

  1. Ενάμισι χρόνο μετά τη θεσμοθέτησή της έχει φέρει τα εξής σημαντικότατα θετικά αποτελέσματα:

(α)  ήρε – επί της αρχής και στην πράξη – την προαναφερόμενη σοβαρότατη στρέβλωση, που οφειλόταν στον απαρχαιωμένο τρόπο χρηματοδότησης του ΕΛ.ΑΠΕ και δρομολόγησε τη μόνιμη εξάλειψη των  αρνητικών επιπτώσεών της

(β)     αρχικά συγκράτησε και στη συνέχεια μείωσε το έλλειμμα του Ε.Λ.ΑΠΕ, το οποίο πλέον αναμένεται να μηδενιστεί στο τέλος του 2017

(γ)     απέτρεψε νέες αυξήσεις του ΕΤΜΕΑΡ και τις προκύπτουσες αντίστοιχες αυξήσεις των τιμολογίων των καταναλωτών

(δ)     συνέβαλε στη μείωση της καθυστέρησης των πληρωμών των παραγωγών ΑΠΕ από τους επτά  (7) στους τέσσερις (4) μήνες

  1. Η συνέχιση της εφαρμογής της Χρέωσης Προμηθευτών, πάντα υπό την εποπτεία και τον  έλεγχο της ΡΑΕ, αναμένεται:

(α)     να επιτρέψει τη μείωση του ΕΤΜΕΑΡ και την περαιτέρω μείωση των τιμολογίων των καταναλωτών

(β)     να διασφαλίσει μεσοπρόθεσμα τη βιωσιμότητα του Ε.Λ. ΑΠΕ, καθώς  αποφεύγεται  η δημιουργία ελλειμμάτων σε μόνιμη βάση

(γ)     να ενισχύσει την αξιοπιστία του ΛΑΓΗΕ και την ασφάλεια των επενδύσεων, υφιστάμενων και νέων

(δ)     να αποτρέψει δυσλειτουργίες και μέτρα που αναστάτωσαν την αγορά για πολλά χρόνια (αναδρομικές περικοπές εσόδων των έργων ΑΠΕ, μεγάλες υπερημερίες πληρωμών, δυσφήμιση των ΑΠΕ κ.λπ.)

  1. Αντίθετα, η προτεινόμενη από ορισμένους κατάργησή της θα οδηγούσε την αγορά πίσω στην προηγούμενη κατάσταση, δηλαδή σε αναγκαστικές νέες αυξήσεις του ΕΤΜΕΑΡ προκειμένου να μην προκύπτουν ελλείμματα στον Ε.Λ.ΑΠΕ, οι οποίες, όπως έχει αποδειχθεί και επεξηγηθεί επανειλημμένα, κατέληγαν να επιδοτούν τους προμηθευτές σε βάρος των καταναλωτών και των ΑΠΕ για πολλά χρόνια.

Η Χρέωση Προμηθευτών αίροντας τη μεγάλη αυτή στρέβλωση, συνδράμει ουσιαστικά τόσο στον εξορθολογισμό όσο και στη σταδιακή, διαφανή και επωφελή για όλους περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς και  πρέπει να συνεχίσει να εφαρμόζεται.

 

Οι φορείς

Ελληνική Εταιρεία Ανάπτυξης Βιομάζας, ΕΛΕΑΒΙΟΜ

Ελληνική Επιστημονική Ένωση Αιολικής Ενέργειας, ΕΛΕΤΑΕΝ

Ελληνικός Σύνδεσμος Ηλεκτροπαραγωγών από ΑΠΕ, ΕΣΗΑΠΕ

Ελληνικός Σύνδεσμος Μικρών Υδροηλεκτρικών Έργων, ΕΣΜΥΕ

Πανελλήνιος Σύνδεσμος Αγροτικών Φωτοβολταϊκών, ΠΣΑΦ

Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών, ΣΕΦ

Σύνδεσμος Παραγωγών Ενέργειας με Φωτοβολταϊκά, ΣΠΕΦ

 

Αυτοπαραγωγή και αποθήκευση στο επερχόμενο Εξοικονομώ για Επιχειρήσεις προτείνει ο ΣΕΦ

Την επιλεξιμότητα της εγκατάστασης φωτοβολταϊκών  για αυτοπαραγωγή και συστημάτων αποθήκευσης στο πλαίσιο του νέου Προγράμματος Εξοικονόμησης Ενέργειας που θα στοχεύει σε επιχειρήσεις, προτείνει ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ).

 Συγκεκριμένα, οι προτάσεις του ΣΕΦ αφορούν στα εξής:

  1. Την επιλεξιμότητα της εγκατάστασης φωτοβολταϊκών  για αυτοπαραγωγή στο πλαίσιο του νέου Προγράμματος Εξοικονόμησης Ενέργειας που θα στοχεύει σε επιχειρήσεις.
  2. Την επιλεξιμότητα συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας σε συνδυασμό με φωτοβολταϊκά στο πλαίσιο του παραπάνω προγράμματος.
  3. Την επαναδιατύπωση της βασικής νομοθεσίας για την αυτοπαραγωγή ώστε να περιλαμβάνει και συστήματα αποθήκευσης.

Σε ότι αφορά στα εμπορικά συστήματα αυτοπαραγωγής, πέραν των αναλυτικών προτάσεων που έχει παρουσιάσει μέχρι σήμερα ο ΣΕΦ, υπάρχει ανάγκη πριμοδότησης των συστημάτων αυτοπαραγωγής που συνδέονται στη μέση τάση για τα οποία η τιμή συμψηφισμού είναι ιδιαίτερα χαμηλή, άρα δεν εγγυάται τη βιωσιμότητα των επενδύσεων.

Παρόλο που δεν υπάρχει σχετική νομοθετική απαγόρευση, οι υπηρεσίες του ΔΕΔΔΗΕ αποφάσισαν πως “ηλεκτρική διαμόρφωση παράλληλης λειτουργίας του συστήματος αποθήκευσης (π.χ. συσσωρευτών) και του φωτοβολταϊκού συστήματος στο πλαίσιο του προγράμματος αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό δεν είναι αποδεκτή”, επικαλούμενες τη μη ρητή αναφορά της αποθήκευσης στις σχετικές με την αυτοπαραγωγή ρυθμίσεις.

Για το λόγο αυτό, προτείνουμε μία φραστική τροπολογία που θα ανοίγει το δρόμο στα συστήματα αποθήκευσης σε συνδυασμό με φωτοβολταϊκά για αυτοπαραγωγή. Συγκεκριμένα προτείνουμε την εξής τροπολογία:

 Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 14Α του ν. 3468/2006 (Α ́ 129) αντικαθίσταται ως εξής:

“Επιτρέπεται η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών, σταθμών μικρών ανεμογεννητριών, σταθμών βιομάζας/βιοαερίου/βιορευστών, μικρών υδροηλεκτρικών σταθμών και σταθμών Σ.Η.Θ.Υ.Α. από αυτοπαραγωγούς (με δυνατότητα εγκατάστασης και συστημάτων αποθήκευσης της παραγόμενης ενέργειας) για την κάλυψη ιδίων αναγκών τους, με εφαρμογή ενεργειακού συμψηφισμού….”.

Προτάσεις του ΣΕΦ για τη βελτίωση της αυτοπαραγωγής

Έχουν περάσει δυόμισι χρόνια από την έναρξη εφαρμογής του προγράμματος αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό και ο απολογισμός είναι δυστυχώς κάτι παραπάνω από απογοητευτικός. Σε δυόμισι χρόνια έχουν εγκατασταθεί μόλις 10 MW συστημάτων αυτοπαραγωγής (μόλις 2 MW εντός του 2017), ανάπτυξη που είναι 30 φορές μικρότερη από την αντίστοιχη του Ειδικού Προγράμματος για τις Ηλιακές Στέγες που ξεκίνησε το 2010. Με τους ρυθμούς αυτούς, όχι μόνο δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη αγορά, αλλά η χώρα θα απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από τους εθνικούς, κοινοτικούς και διεθνείς στόχους για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Είναι σαφές ότι η οικονομική ύφεση των τελευταίων ετών επηρεάζει και την ανάπτυξη των μικρών οικιακών και εμπορικών συστημάτων αυτοπαραγωγής. Ύφεση όμως είχαμε και την περίοδο μετά το 2010 που έτρεχε το πρόγραμμα των Ηλιακών Στεγών. Θα πρέπει να αναζητήσει λοιπόν κανείς και κάποια άλλα αίτια που απορρέουν από το ισχύον θεσμικό πλαίσιο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, με τις ισχύουσες σήμερα τιμές στην αγορά (που είναι από τις χαμηλότερες διεθνώς) και τις υπάρχουσες θεσμικές ρυθμίσεις, ο χρόνος απόσβεσης ενός μικρού οικιακού συστήματος αυτοπαραγωγής είναι περίπου 10 χρόνια. Κατανοείτε ασφαλώς ότι κάτι τέτοιο επ’ ουδενί αποτελεί κίνητρο για εγκατάσταση φωτοβολταϊκού σε μια κατοικία. Για το λόγο αυτό, προτείνουμε τις εξής θεσμικές βελτιώσεις:

Σήμερα, οι αυτοπαραγωγοί επιβαρύνονται με ΥΚΩ στο σύνολο της ενέργειας που καταναλώνουν, ακόμη και επί αυτής που παράγουν οι ίδιοι και ιδιοκαταναλώνουν επί τόπου πριν αυτή εγχυθεί στο δίκτυο. Κάτι τέτοιο εκτός από αντιπαραγωγικό, είναι και εξαιρετικά άδικο. Στις υπόλοιπες ρυθμιζόμενες χρεώσεις (τέλη χρήσης δικτύου και συστήματος, ΕΤΜΕΑΡ), ο αυτοπαραγωγός επιβαρύνεται μόνο για την απορροφώμενη από το δίκτυο ενέργεια και όχι για το σύνολο της καταναλισκόμενης ενέργειας. Τονίζουμε εμφατικά ότι το συντριπτικό ποσοστό των ΥΚΩ αφορά σε έμμεση επιδότηση της ηλεκτροπαραγωγής με πετρέλαιο στα νησιά. Ένας παραγωγός πράσινης ενέργειας δηλαδή, επιβαρύνεται για την ενέργεια που παράγει και ιδιοκαταναλώνει προκειμένου να επιδοτηθεί, για παράδειγμα, η κατανάλωση μιας πισίνας σε κάποιο νησί των Κυκλάδων και αυτό λογίζεται ως δίκαιη κοινωνική πολιτική! Ο παραλογισμός αυτός ισχύει βέβαια εδώ και πολλά χρόνια και ασφαλώς δεν προέκυψε από τις σχετικά πρόσφατες ρυθμίσεις. Κάποτε όμως θα πρέπει να αρθεί αυτή η στρέβλωση. Αν τα ΥΚΩ υπολογίζονται επί της απορροφώμενης ενέργειας και όχι επί του συνόλου της καταναλισκόμενης ενέργειας, μειώνεται έως και κατά ένα έτος ο χρόνος απόσβεσης για ένα οικιακό σύστημα. Στο επιχείρημα ότι έτσι μειώνονται τα διαθέσιμα κονδύλια για ΥΚΩ (που είναι της τάξης των 700 εκατ. € ετησίως), αντιτείνουμε ότι αν ίσχυε η πρότασή μας για τα εγκατεστημένα σήμερα συστήματα (περίπου 10 MW), τα διαθέσιμα ΥΚΩ θα μειώνονταν μόλις κατά 35.000 € ετησίως (δηλαδή κατά 0,005%)! Σημειώνουμε επίσης ότι, από το 2018, θα λειτουργήσει η διασύνδεση ορισμένων νησιών με το ηπειρωτικό σύστημα, μειώνοντας τα συνολικά ποσά που απαιτούνται για ΥΚΩ, καθιστώντας έτσι απολύτως ρεαλιστική την πρότασή μας.

Με το Ν.4414/2016, υιοθετήθηκε η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών και σταθμών μικρών ανεμογεννητριών για την κάλυψη ιδίων αναγκών συγκεκριμένων ομάδων αυτοπαραγωγών και με εφαρμογή εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού. Συγκεκριμένα, η δυνατότητα αυτή δίνεται σε αυτοπαραγωγούς που είναι νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που επιδιώκουν κοινωφελείς ή άλλους δημοσίου ενδιαφέροντος σκοπούς γενικής ή τοπικής εμβέλειας καθώς και για εγγεγραμμένους στο Μητρώο Αγροτών και Αγροτικών Εκμεταλλεύσεων του Ν.3874/2010 (Α’ 151) για εγκαταστάσεις αγροτικών εκμεταλλεύσεων όπως ορίζονται στο Ν.3874/2010 ή και αγροτικών χρήσεων.

Η ρύθμιση αυτή αποκλείει άλλες κατηγορίες αυτοπαραγωγών, όπως π.χ. ξενοδόχους ή επαγγελματίες σε νησιά ή/και προστατευόμενες περιοχές, παραδοσιακούς οικισμούς κ.λπ., για τους οποίους ο εικονικός ενεργειακός συμψηφισμός αποτελεί τη μοναδική ρεαλιστική επιλογή για να εγκαταστήσουν φωτοβολταϊκά.

Για το λόγο αυτό, η δυνατότητα του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού θα έπρεπε να παρέχεται χωρίς διακρίσεις σε όλες τις κατηγορίες αυτοπαραγωγών, δηλαδή σε όλα τα φυσικά πρόσωπα (επιτηδευματίες ή μη) και νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου.

Με βάση την ΥΑ ΑΠΕΗΛ/Α/Φ1/οικ.175067 (ΦΕΚ 1547Β/5.5.2017), στις περιπτώσεις εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού επιτρέπεται ο συμψηφισμός απορροφηθείσας και εγχυθείσας ενέργειας που αντιστοιχούν αποκλειστικά σε παροχές του ίδιου επιπέδου τάσης. Η ρύθμιση μάλιστα αφορά σε φωτοβολταϊκό σταθμό ο οποίος εγκαθίσταται στην ίδια Περιφερειακή Ενότητα με τις εγκαταστάσεις κατανάλωσης με τις οποίες αντιστοιχίζεται (και στα Μη Διασυνδεδεμένα Νησιά και στο ίδιο ηλεκτρικό σύστημα με τις εγκαταστάσεις κατανάλωσης με τις οποίες αντιστοιχίζεται).

Η πρώτη ρύθμιση ουσιαστικά αποτρέπει αυτοπαραγωγούς από το να επενδύσουν σε συστήματα στη Μέση Τάση (>100 kW) και να συμψηφίσουν την παραγόμενη ενέργεια σε εγκαταστάσεις κατανάλωσης στη Χαμηλή Τάση. Αυτό πρακτικά περιορίζει τον εικονικό ενεργειακό συμψηφισμό σε συστήματα έως 100 kWp, ενώ ειδικά για τις Ενεργειακές Κοινότητες, η διάταξη αυτή είναι καθοριστική αφού σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρξει συμμετοχικό σχήμα αυτοπαραγωγής με έργο άνω των 100 kWp. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει στις περιπτώσεις εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού να επιτρέπεται ο συμψηφισμός απορροφηθείσας και εγχυθείσας ενέργειας που αντιστοιχούν σε παροχές οποιουδήποτε επιπέδου τάσης.

Προτείνεται επίσης να μην είναι υποχρεωτική η εγκατάσταση του φωτοβολταϊκού σταθμού στην ίδια Περιφερειακή Ενότητα με τις εγκαταστάσεις κατανάλωσης με τις οποίες αντιστοιχίζεται.

Προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ο εικονικός ενεργειακός συμψηφισμός για την καταπολέμηση της ενεργειακής φτώχειας και τη στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, προτείνονται οι εξής ρυθμίσεις:

Η παράγραφος 13 του άρθρου 2 του Ν.3468/2016 (Α’ 129) όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 2 του άρθρου 13 του ν.4414/2016 (Α’ 149) αντικαθίσταται ως εξής:

“13. Εικονικός ενεργειακός συμψηφισμός: ο συμψηφισμός της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμούς Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. αυτοπαραγωγού, με τη συνολική καταναλισκόμενη ηλεκτρική ενέργεια σε εγκαταστάσεις του αυτοπαραγωγού, από τις οποίες τουλάχιστον η μία είτε δεν βρίσκεται στον ίδιο ή όμορο χώρο με το σταθμό Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α. είτε στην περίπτωση που βρίσκεται, τροφοδοτείται από διαφορετική παροχή. Ειδικά για την περίπτωση Ενεργειακής Κοινότητας (Ε.Κοιν.), ο συμψηφισμός της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από σταθμό Α.Π.Ε. ή Σ.Η.Θ.Υ.Α της Ε.Κοιν. γίνεται με τη συνολική καταναλισκόμενη ηλεκτρική ενέργεια σε εγκαταστάσεις μελών της Ε.Κοιν. ή τρίτων ευάλωτων καταναλωτών ή εν γένει εκδοχέων στους οποίους εκχωρήθηκε χωρίς αντάλλαγμα το σχετικό δικαίωμα μέλους της Ε.Κοιν.”

 Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 14Α του ν. 3468/2006 προστίθεται το εξής εδάφιο:

“Στο πλαίσιο άσκησης κοινωνικής πολιτικής και καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας, οι ΟΤΑ ή άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου που επιδιώκουν κοινωφελείς ή άλλους δημοσίου ενδιαφέροντος σκοπούς γενικής ή τοπικής εμβέλειας δύνανται επίσης να εγκαταστήσουν φωτοβολταϊκά συστήματα ή μικρές ανεμογεννήτριες, σταθμούς βιομάζας / βιοαερίου / βιορευστών, μικρούς υδροηλεκτρικούς σταθμούς και σταθμούς Σ.Η.Θ.Υ.Α. σε χώρους των οποίων έχουν την κυριότητα ή τη νόμιμη χρήση αυτών (π.χ. μέσω μίσθωσης, δωρεάν παραχώρησης κ.λπ. και έχουν διασφαλίσει την έγγραφη συναίνεση του ιδιοκτήτη του χώρου), αντιστοιχίζοντας τα συστήματα αυτά με τη χρήση εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού σε έναν ή περισσότερους μετρητές κατανάλωσης τρίτων προσώπων ή φορέων (ωφελούμενων του μέτρου κοινωνικής πολιτικής).

Το ανώτατο όριο των 500 kWp στην αυτοπαραγωγή  είναι πολύ μικρό για συγκεκριμένες ομάδες καταναλωτών, όπως βιομηχανίες, μεγάλες εταιρίες λιανικής (σούπερ μάρκετ, πολυκαταστήματα) που έχουν μεγάλες καταναλώσεις. Επί της ουσίας, ένα δυναμικό κομμάτι της παραγωγικής οικονομίας της χώρας αποκλείεται από την αυτοπαραγωγή. Για το λόγο αυτό, προτείνεται για συγκεκριμένα τιμολόγια εμπορικών και βιομηχανικών καταναλωτών, να μην υπάρχει ανώτατο όριο για αυτοπαραγωγή και εικονική αυτοπαραγωγή.

Σήμερα επίσης δεν επιτρέπεται η χρήση του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού από τις Εταιρίες Διαχείρισης (ή/και Ανάπτυξης) Επιχειρηματικών Πάρκων ώστε να αντιστοιχίζουν ένα φωτοβολταϊκό σταθμό σε έναν ή περισσότερους μετρητές κατανάλωσης εγκατεστημένων επιχειρήσεων. Δεδομένου ότι – για οικονομικούς και πρακτικούς λόγους – οι Εταιρίες Διαχείρισης είναι αυτές που μπορούν να προχωρήσουν σε επενδύσεις φωτοβολταϊκών πάρκων που θα καλύπτουν την κατανάλωση των Επιχειρηματικών Πάρκων, πρέπει να δοθεί η δυνατότητα να συμψηφίζουν την ενέργεια σε μετρητές τρίτων (εγκατεστημένες επιχειρήσεις).

Προτείνεται να προβλεφθεί η χρήση του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού από τις Εταιρίες Διαχείρισης (ή/και Ανάπτυξης) Επιχειρηματικών Πάρκων που θα λειτουργούν έτσι ως φορείς συλλογικής εκπροσώπησης (aggregators) ώστε να αντιστοιχίζουν ένα φωτοβολταϊκό σταθμό σε ένα ή περισσότερους μετρητές κατανάλωσης εγκατεστημένων επιχειρήσεων. Στην περίπτωση αυτή, να μην υπάρχει ανώτατο όριο ισχύος του εγκατεστημένου συστήματος, αλλά αυτό να καθορίζεται από τις πραγματικές καταναλώσεις των επιχειρήσεων που εξυπηρετούνται.

Η πρόβλεψη του Ν.4414/2016 είναι να ισχύσει, μέχρι νεωτέρας, η σημερινή ρύθμιση (αποζημίωση με 1,1*ΟΤΣ και 1,2*ΟΤΣ, όπου ΟΤΣ η Οριακή Τιμή Συστήματος) η οποία όμως οδηγεί σε μη βιώσιμες επενδύσεις και χρήζει άμεσης αντικατάστασης. Τονίζουμε με έμφαση πως από τα μικρομεσαία αυτά έργα κρίνεται το μέλλον χιλιάδων θέσεων εργασίας, αφού ένα κομμάτι της αγοράς φωτοβολταϊκών απασχολείται σχεδόν αποκλειστικά στην κατηγορία αυτή έργων.

Πρόταση: Να καθοριστούν άμεσα εύλογες σταθερές τιμές για την κατηγορία αυτή. Συγκεκριμένα (και λαμβάνοντας υπόψη τα αποτελέσματα του πιλοτικού διαγωνισμού του Δεκεμβρίου 2016), προτείνεται η σταθερή τιμή (feed-in-tariff, FiT) να ορίζεται από την παρακάτω σχέση:

FiT (€/MWh) = 110– 0,05*P

όπου Ρ η ισχύς του συστήματος σε kWp.

Η εξίσωση αυτή μπορεί να περιλάβει και τα μικρά οικιακά-εμπορικά συστήματα του ειδικού προγράμματος για λόγους ισότιμης μεταχείρισης.

Η εξίσωση αυτή προτείνεται να ισχύσει για το 2017, ενώ στη συνέχεια να υπάρχει ετήσια μείωση 5% στις τιμές που προκύπτουν από αυτήν. Για παράδειγμα, ένα σύστημα των 100 kWp που εγκαθίσταται το 2017 θα είχε FiT=105 €/MWh, ένα αντίστοιχο σύστημα που το 2018 εγκαθίσταται το 2018 θα είχε FiT=99,8 €/MWh, κ.ο.κ.

Παρόλο που δεν υπάρχει σχετική νομοθετική ρύθμιση, οι υπηρεσίες του ΔΕΔΔΗΕ αποφάσισαν αυθαίρετα πως “ηλεκτρική διαμόρφωση παράλληλης λειτουργίας του συστήματος αποθήκευσης (π.χ. συσσωρευτών) και του φωτοβολταϊκού συστήματος στο πλαίσιο του προγράμματος αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό δεν είναι αποδεκτή”. Την ίδια ώρα, ο ΔΕΔΔΗΕ καθυστερεί επί σχεδόν μία τριετία την κατάρτιση προδιαγραφών για την εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων, παρόλο που τα συστήματα αυτά εγκαθίστανται πλέον κατά χιλιάδες σε άλλες χώρες.

 Θα πρέπει να επιτραπεί άμεσα από τον ΔΕΔΔΗΕ η εγκατάσταση συστημάτων αποθήκευσης σε συνδυασμό με συστήματα αυτοπαραγωγής και να καθοριστούν σχετικές προδιαγραφές για την ορθή εγκατάσταση τέτοιων συστημάτων.

 Επιπλέον θα πρέπει να υπάρξουν περαιτέρω κίνητρα για την αποθήκευση, χωρίς να αποκλείεται και το κίνητρο της επιδότησης για συγκεκριμένες εφαρμογές. Επίσης, ένα άλλο ζήτημα είναι πως, μέχρι τώρα, τόσο η ΡΑΕ όσο και το θεσμικό πλαίσιο έβλεπαν την αποθήκευση ως τμήμα κάποιου “υβριδικού” συστήματος, συνήθως σε συνδυασμό με ΑΠΕ. Αν και κάτι τέτοιο είναι θετικό και απαραίτητο, δεν θα έπρεπε να αποκλείσουμε και τις αυτόνομες εφαρμογές συσσωρευτών ώστε να ενισχυθούν τα δίκτυα.

Δείτε τις προτάσεις σε pdf

Ο ΣΕΦ προτείνει ριζικές θεσμικές αλλαγές για τα φωτοβολταϊκά

Μετά από μία δεκαετία εφαρμογής του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου αδειοδότησης φωτοβολταϊκών συστημάτων κι ενώ έχει ήδη διαμορφωθεί ένα νέο θεσμικό πλαίσιο υποστήριξης των ΑΠΕ σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, καθίσταται επιτακτική η τροποποίηση ορισμένων από τις ισχύουσες σήμερα ρυθμίσεις, προκειμένου να απλοποιηθούν οι διαδικασίες, να καταπολεμηθεί η γραφειοκρατία και να επιταχυνθεί η ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών και των άλλων καθαρών πηγών ενέργειας.

Ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ), έχοντας συμβάλει τα μέγιστα στο παρελθόν στη διαμόρφωση του σχετικού θεσμικού πλαισίου, καταθέτει σειρά προτάσεων για τη συγκρότηση ενός σύγχρονου, απλού και αποτελεσματικού ρυθμιστικού πλαισίου αδειοδότησης των φωτοβολταϊκών.

Επιγραμματικά, οι προτάσεις μας αφορούν στα εξής:

  1. Κατάργηση των Αδειών Παραγωγής, Εγκατάστασης και Λειτουργίας για τα φωτοβολταϊκά και πρόταση ενός νέου σχήματος αδειοδότησης, εποπτείας και ελέγχου των επενδύσεων.
  2. Αποσαφήνιση θεμάτων χωροθέτησης φωτοβολταϊκών σταθμών.
  3. Εγκατάσταση, υπό προϋποθέσεις, φωτοβολταϊκών σε ένα μικρό ποσοστό της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας.
  4. Εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε αδόμητα οικόπεδα.
  5. Υπογραφή υπουργικής απόφασης για άμεσο καθορισμό εγγυημένων τιμών σε φωτοβολταϊκά συστήματα ισχύος <500 kWp (όπως προβλέπουν οι Κατευθυντήριες Γραμμές της ΕΕ).
  6. Βελτίωση του καθεστώτος αυτοπαραγωγής ώστε να δοθεί η δυνατότητα εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού σε όλες τις κατηγορίες αυτοπαραγωγών και να διευκολυνθεί η εφαρμογή μέτρων καταπολέμησης της ενεργειακής φτώχειας.
  7. Προώθηση της αποθήκευσης ενέργειας και άρση των σημερινών εμποδίων.

Δείτε εδώ τις προτάσεις του ΣΕΦ.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να υιοθετήσει πιο φιλόδοξους στόχους για τις ΑΠΕ

ΚΟΙΝΗ ΘΕΣΗ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ ΑΠΕ

“Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να υιοθετήσει πιο φιλόδοξους στόχους για τις ΑΠΕ

Τουλάχιστον 35% συμμετοχή των ΑΠΕ στην κατανάλωση ενέργειας ως το 2030”

Ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών στηρίζει την κοινή ανακοίνωση των ευρωπαϊκών φορέων ΑΠΕ για θέσπιση πιο φιλόδοξων στόχων σε ότι αφορά στη διείσδυση των ΑΠΕ ως το 2030.

Με βάση την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Νοέμβριος 2016) η ΕΕ δεσμεύεται για συμμετοχή των ΑΠΕ κατά 27% τουλάχιστον στην κατανάλωση ενέργειας ως το 2030. Ο στόχος αυτός όμως σημαίνει στην πράξη επιβράδυνση της ανάπτυξης των ΑΠΕ τη δεκαετία 2020-2030 σε σχέση με την τρέχουσα περίοδο. Για να διατηρηθεί ο σημερινός ρυθμός ανάπτυξης, απαιτείται ένας στόχος τουλάχιστον 35% συμμετοχής των ΑΠΕ στην κάλυψη των ενεργειακών αναγκών ως το 2030, αν η ΕΕ θέλει να διατηρήσει ένα ηγετικό ρόλο στις διεθνείς αγορές και να σεβαστεί τις δεσμεύσεις της στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα.

Η υιοθέτηση του στόχου για τουλάχιστον 35% διείσδυση ΑΠΕ έναντι του προτεινόμενου 27% από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα έχει, μεταξύ άλλων τα εξής αναμενόμενα οφέλη:

  • Δημιουργία επιπλέον 650.000 θέσεων εργασίας.
  • Επιπλέον μείωση των καθαρών εισαγωγών ενέργειας κατά 6%.
  • Ετήσια οικονομικά οφέλη 149 δις € από τη μείωση των εισαγωγών ενέργειας.
  • Περαιτέρω αύξηση του ετήσιου οικονομικού οφέλους κατά 6 δις € από τη μείωση των δαπανών υγείας λόγω μειωμένης ατμοσφαιρικής ρύπανσης.
  • Ευρύτερα οφέλη για το περιβάλλον και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

Είναι σαφές ότι, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος αυτός στο συνολικό ενεργειακό ισοζύγιο, απαιτούνται σημαντικά υψηλότερα μερίδια των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, και αυτό θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη στον υπό διαμόρφωση ενεργειακό σχεδιασμό του ΥΠΕΝ. Ο ΣΕΦ είναι στην διάθεση των αρμοδίων για εξειδικευμένη τεκμηρίωση της προτεινόμενης αναγκαιότητας η οποία συναρτάται με τον ευρύτερο σχεδιασμό της ΕΕ.

Παρατηρήσεις του ΣΕΦ επί του Προσχεδίου Νόμου για τις “Ενεργειακές Κοινότητες»

Ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών χαιρετίζει επί της αρχής την προώθηση ρυθμίσεων που διευκολύνουν τη δημιουργία ενεργειακών κοινοτήτων και συνεταιρισμών, θεωρώντας ότι έτσι εμπλουτίζεται το θεσμικό πλαίσιο για την προώθηση των ΑΠΕ και δημιουργούνται νέες επενδυτικές ευκαιρίες για άτομα και φορείς που μέχρι σήμερα δεν είχαν το κατάλληλο όχημα για να επενδύσουν στην καθαρή ενέργεια.

Θα θέλαμε να εστιάσουμε σε τρία σημεία που εκτιμούμε ότι θα ενισχύσουν το προτεινόμενο πλαίσιο και θα διευκολύνουν την υλοποίηση επενδύσεων από ενεργειακές κοινότητες.

Επειδή το μείζον θέμα των ΟΤΑ που θα επιθυμούσαν να αξιοποιήσουν το προτεινόμενο θεσμικό πλαίσιο είναι η εξεύρεση πόρων για τη χρηματοδότηση ενεργειακών επενδύσεων, θα ήταν δόκιμο να προβλεφθεί θεσμικά η συμμετοχή του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (ΤΠΔ) στην χρηματοδοτική υποστήριξη και εγγυοδοσία ενεργειακών έργων των ΟΤΑ. Ήδη το ΤΠΔ έχει δεσμευτεί για τη χρηματοδότηση έργων οδοφωτισμού σε ΟΤΑ καλύπτοντας το κόστος για μελέτες και προμήθεια ή μίσθωση μηχανημάτων και εξοπλισμού. Η εμπλοκή του και σε άλλα έργα (π.χ. προώθηση έργων αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό) κρίνεται ως ιδιαίτερα κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχία του εγχειρήματος των ενεργειακών κοινοτήτων, δεδομένης της οικονομικής αλλά και τεχνικής αδυναμίας των ΟΤΑ να υποστηρίξουν αυτά τα έργα. Συνεπώς θα μπορούσε να ενταχθεί η ανάπτυξη τέτοιων έργων με τριμερή ΣΔΙΤ (ΟΤΑ, ιδιώτης κατασκευαστής – συντηρητής και Ταμείο Παρακαταθηκών) ώστε να είναι εφικτή η κατασκευή των έργων, η συντήρησή τους για μια πενταετία και η αποπληρωμή του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, από τα προσδοκώμενα οφέλη (στην περίπτωση π.χ. πώλησης ενέργειας) ή/και τη μείωση του ενεργειακού κόστους των ΟΤΑ (στην περίπτωση π.χ. ενεργειακού συμψηφισμού).

Επειδή η δημιουργία μιας Ενεργειακής Κοινότητας προϋποθέτει αρχικά έξοδα και σημαντικό χρόνο μέχρι την ολοκλήρωση της και προκειμένου να μη χαθούν προθεσμίες και ευκαιρίες χρηματοδότησης μέσω ΕΣΠΑ, προτείνουμε να μπορούν να υποβάλλουν προτάσεις χρηματοδότησης στα τρέχοντα προγράμματα ΕΣΠΑ και Ενεργειακές Κοινότητες “υπό σύσταση”, με την οριστικοποίηση της ένταξης να γίνεται όταν ολοκληρώνεται και τυπικά η δημιουργία της Ενεργειακής Κοινότητας και υπάρχει η ετοιμότητα υλοποίησης του έργου. Με τον τρόπο αυτό Ενεργειακές Κοινότητες για τις οποίες δεν θα εγκριθεί η υλοποίηση έργων τους, δεν θα έχουν υποβληθεί σε δαπάνες αλλά και μακροχρόνιες υποχρεώσεις διατήρησης της νομικής του οντότητας.

Ειδικά για Δομές Κοινωνικής Στήριξης, ή Δομές που υποστηρίζουν Κοινωνικά Ευάλωτες Ομάδες Πολιτών και ΑΜΕΑ, που επιθυμούν να δημιουργήσουν Ενεργειακές Κοινότητες και να αξιοποιήσουν την αυτοπαραγωγή, θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα συμμετοχής σε σχετικά προγράμματα του ΕΣΠΑ με παράλληλη εγγυοδοσία από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων για να υποστηρίζεται περισσότερο η δυνατότητα υλοποίησης των έργων.

Ανάδειξη νέου Διοικητικού Συμβουλίου του Συνδέσμου Εταιριών Φωτοβολταϊκών

Η Γενική Συνέλευση του Συνδέσμου Εταιριών Φωτοβολταϊκών, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 21/3/2017, ανέδειξε το νέο Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου, το οποίο συγκροτήθηκε σε σώμα στα τέλη Μαρτίου.

Το νέο Δ.Σ. απαρτίζεται από τα εξής μέλη (σε παρένθεση η εταιρία που εκπροσωπούν):

  • Πρόεδρος: Σωτήρης Καπέλλος (ΕΛΠΕ Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας)
  • Αντιπρόεδρος: Θανάσης Σακκάς (Aleo Solar)
  • Γραμματέας: Δημήτρης Βαρβιτσιώτης (Ecovar Power)
  • Ταμίας: Μανώλης Σούρσος (SENERS)

 Μέλη:

  • Σπύρος Ξάνθης (EUROSOL Hellas)
  • Σοφοκλής Πιταροκοίλης (Solar Cells Hellas)
  • Δημήτρης Τιτόπουλος (ως εκπρόσωπος των αρωγών μελών του Συνδέσμου)

Σε μια κρίσιμη περίοδο κατά την οποία αλλάζει ο χάρτης της αγοράς φωτοβολταϊκών, τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς, προτεραιότητα του νέου Δ.Σ. αποτελεί η επανεκκίνηση της ανάπτυξης της αγοράς με το πέρασμα σε μια νέα εποχή όπου το χαμηλό κόστος της ολοένα αναπτυσσόμενης ηλιακής τεχνολογίας θα επιτρέψει την περαιτέρω διείσδυση των φωτοβολταϊκών στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας προς όφελος των καταναλωτών, του περιβάλλοντος και της απασχόλησης.

Συγκεκριμένα, οι προτεραιότητες είναι οι εξής:

  1. Να διασφαλιστεί ότι το νέο θεσμικό πλαίσιο υποστήριξης των εμπορικών φωτοβολταϊκών μεσαίας και μεγάλης κλίμακας, βασισμένο σε μηχανισμούς αγοράς (feed-in-premium και διαγωνιστικές διαδικασίες) θα αποδώσει στην πράξη τα αναμενόμενα.
  2. Να υπάρξει ουσιαστική ενίσχυση για τα μικρής κλίμακας συστήματα που αποτελούν, μεταξύ άλλων, σημαντικό παράγοντα δημιουργίας θέσεων εργασίας.
  3. Να επιταχυνθεί η διείσδυση συστημάτων αυτοπαραγωγής, κυρίως στον οικιακό και μικρό εμπορικό τομέα και να βελτιωθεί το σχετικό θεσμικό πλαίσιο.
  4. Να ανοίξει η αγορά συστημάτων αποθήκευσης (συσσωρευτές) πρωτίστως σε συνδυασμό με φωτοβολταϊκά για αυτοπαραγωγή.
  5. Να απλοποιηθούν οι διαδικασίες αδειοδότησης νέων έργων.

Σημείωση: Για πρώτη φορά, στο ΔΣ του ΣΕΦ εκπροσωπούνται και τα αρωγά μέλη. Ικανοποιώντας ένα πάγιο αίτημα πολλών ανθρώπων που ασχολούνται με τα φωτοβολταϊκά, ο ΣΕΦ προχώρησε το 2015 σε τροποποίηση του Καταστατικού του ώστε να δέχεται ως αρωγά μέλη και φυσικά πρόσωπα στελέχη της αγοράς φωτοβολταϊκών, παρέχοντας μάλιστα και εκπροσώπηση των αρωγών με μία θέση στο Διοικητικό Συμβούλιο του Συνδέσμου.

Με βάση το τροποποιημένο Καταστατικό, αρωγοί γίνονται φυσικά ή νομικά πρόσωπα, που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις να είναι εταίροι ή δεν επιθυμούν την ένταξή τους στον Σύνδεσμο ως εταίροι και των οποίων η δραστηριότητα και η δράση τους είναι ενισχυτική για την επιδίωξη των σκοπών του ΣΕΦ.

 

Οι παρατηρήσεις και προτάσεις του ΣΕΦ για το Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος “Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γης”

Η βασική παρατήρηση του Συνδέσμου Εταιριών Φωτοβολταϊκών είναι πως, σε αρκετές από τις κατηγορίες χρήσεων γης (άρθρα 3, 4, 5, 7, 15, 17), δεν προβλέπεται η εγκατάσταση ΑΠΕ, κάτι που αντίκειται όχι μόνο σε υφιστάμενες σήμερα ρυθμίσεις, αλλά και στον διεθνή και εθνικό στόχο της περαιτέρω διείσδυσης των ΑΠΕ στον αστικό ιστό και γενικότερα στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας.

Ειδικότερα:

Με βάση την ισχύουσα σήμερα YA Αριθμ. ΑΠΕΗΛ/Α/Φ1/οικ. 24461, “Εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ από αυτοπαραγωγούς με συμψηφισμό ενέργειας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14Α του Ν. 3468/2006”, ΦΕΚ 3583Β/31-12-2014, “φωτοβολταϊκά συστήματα τα οποία εγκαθίστανται στον ίδιο ή όμορο χώρο με τις εγκαταστάσεις κατανάλωσης τις οποίες τροφοδοτούν και οι οποίες συνδέονται στο Δίκτυο. Τα φωτοβολταϊκά συστήματα μπορεί να εγκαθίστανται επί κτιρίων ή επί εδάφους ή άλλων κατασκευών, περιλαμβανομένων και αυτών του πρωτογενούς τομέα, σύμφωνα με την κείμενη πολεοδομική νομοθεσία”.

Με βάση όμως το Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος που αποκλείει την εγκατάσταση ΑΠΕ σε περιοχές κατοικίας, κοινωφελών λειτουργιών, αγροτικής χρήσης κ.α., ακυρώνεται στην πράξη η δυνατότητα της αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό σε πάρα πολλές περιπτώσεις, όταν η προώθησή της αποτελεί υποτίθεται διακηρυγμένο στόχο της πλειοψηφίας των πολιτικών φορέων στο Κοινοβούλιο.

Κρίνεται σκόπιμο λοιπόν να διευκρινιστεί πως σε περιοχές εντός σχεδίου και εντός οικισμών, επιτρέπεται η τοποθέτηση εγκαταστάσεων φωτοβολταϊκών σε αδόμητα οικόπεδα σύμφωνα με τους όρους που ισχύουν και για τις εκτός σχεδίου περιοχές, καθώς τα συστήματα αυτά αφενός δύνανται να εξυπηρετούν ανάγκες αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό ή/και με εικονικό ενεργειακό συμψηφισμό, αφετέρου δε, συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος, στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, στη διαφοροποίηση του εθνικού ενεργειακού μίγματος, στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, στην επίτευξη των εθνικών ενεργειακών στόχων και στην ενίσχυση και ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας. Η ρύθμιση αυτή ισχύει (ανεξαρτήτως ισχύος των συστημάτων) και για αδόμητα οικόπεδα σε οργανωμένους υποδοχείς μεταποιητικών και επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, όπως περιοχές ΒΙ.ΠΕ., ΒΙ.ΠΑ., ΒΙΟ.ΠΑ., Τεχνοπόλεις και άλλες μορφές Βιομηχανικών και Επιχειρηματικών Περιοχών (Β.Ε.ΠΕ.) καθώς και τα επιχειρηματικά πάρκα, και στους οικισμούς χωρίς σχέδιο.

Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί το μη επιτρεπτό της εγκατάστασης ΑΠΕ σε περιοχές αγροτικής χρήσης. Κάτι τέτοιο αντιβαίνει την κοινή λογική στην περίπτωση της εγκατάστασης μονάδων βιομάζας-βιοαερίου ή/και μικρών ανεμογεννητριών (από ιδιώτες ή/και συνεταιριστικά σχήματα αγροτών κατά το επιτυχημένο παράδειγμα άλλων χωρών), ερχόμενο σε αντίθεση με τις πρόσφατες δηλώσεις του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την προώθηση συνεταιριστικών ενεργειακών εγχειρημάτων στο πλαίσιο του εθνικού σχεδιασμού. Το ίδιο προβληματική είναι η ρύθμιση και στην περίπτωση των φωτοβολταϊκών. Το Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος επεκτείνει την απαγόρευση του Ν.4015/2011 (ο οποίες απαγορεύει την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε γαίες υψηλές παραγωγικότητας) σε όλες τις περιοχές με αγροτική χρήση. Σημειώνουμε ότι όλες οι αρδευόμενες εκτάσεις θεωρούνται γαίες υψηλής παραγωγικότητας, οπότε η εγκατάσταση φωτοβολταϊκού από επαγγελματία αγρότη για να καλύψει τη ζήτηση μιας αντλίας στο χωράφι του ή από έναν ΓΟΕΒ ή ΤΟΕΒ για τις ανάγκες ενός αντλιοστασίου είναι πρακτικά αδύνατη.

Σημειωτέον ότι η γεωργική έκταση που μένει ακαλλιέργητη είναι 125,5 φορές μεγαλύτερη από την έκταση που δεσμεύουν όλα τα φωτοβολταϊκά που έχουν εγκατασταθεί στη χώρα μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η γεωργική γη στην Ελλάδα ανέρχεται σε 36,8 εκατ. στρέμματα, εκ των οποίων καλλιεργούνται τα 31,7 εκατ. στρέμματα. Αυτό σημαίνει ότι τα εγκατεστημένα σήμερα φωτοβολταϊκά δεσμεύουν το 0,1% της γεωργικής γης ή αλλιώς το 0,03% της έκτασης της χώρας.

Προτείνουμε λοιπόν, αφενός να μην υπάρξει καθολική απαγόρευση της εγκατάστασης ΑΠΕ σε περιοχές με αγροτική χρήση, αφετέρου δε να επανέλθει το παλαιό καθεστώς του Ν.3851/2010, σύμφωνα με το οποίο η συνολική έκταση που θα καταλαμβάνουν τα φωτοβολταϊκά που εγκαθίστανται σε γαίες υψηλής παραγωγικότητας δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 1% του συνόλου των καλλιεργούμενων εκτάσεων της συγκεκριμένης Περιφερειακής Ενότητας. Προτείνεται η παρακάτω διατύπωση:

“Επιτρέπεται υπό προϋποθέσεις η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από φωτοβολταϊκούς σταθμούς σε αγροτεμάχια που χαρακτηρίζονται ως αγροτική γη υψηλής παραγωγικότητας. Στην περίπτωση αυτή η άδεια χορηγείται μόνον αν οι προς υλοποίηση φωτοβολταϊκοί σταθμοί για τους οποίους έχουν ήδη εκδοθεί δεσμευτικές προσφορές σύνδεσης από τον αρμόδιο Διαχειριστή συν οι ήδη εγκατεστημένοι σταθμοί επί εδάφους, καλύπτουν εδαφικές εκτάσεις που δεν υπερβαίνουν το 1% του συνόλου των καλλιεργούμενων εκτάσεων της συγκεκριμένης Περιφερειακής Ενότητας.

Για την εφαρμογή της διάταξης του προηγούμενου εδαφίου χρησιμοποιούνται τα πιο πρόσφατα κατά περίπτωση στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής. Για τον υπολογισμό της κάλυψης λαμβάνεται υπόψη η οριζόντια προβολή επί του εδάφους των φωτοβολταϊκών στοιχείων”.

Θυμίζουμε επίσης ότι με βάση τον πρόσφατο Ν.4414/2016, στόχος της Πολιτείας είναι: “η αξιοποίηση του εγχώριου δυναμικού ηλεκτροπαραγωγής από Α.Π.Ε., κατά προτεραιότητα, με στόχο την προστασία του περιβάλλοντος, τη διαφοροποίηση του εθνικού ενεργειακού μίγματος, την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού και την ενίσχυση και ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας… στο πλαίσιο της ενιαίας πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, και την επίτευξη του στόχου συμμετοχής των Α.Π.Ε. στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση ενέργειας”. Είναι σαφές ότι μία “προτεραιότητα” πρέπει να διευκολύνεται και όχι να εμποδίζεται με αναίτιους φραγμούς.