Ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών (ΣΕΦ) θεωρεί ότι η απόφαση της ΡΑΕ (14/12/2018) με την οποία ματαιώνει την ανταγωνιστική διαδικασία για την Κατηγορία ΙΙ των φωτοβολταϊκών, “για λόγους δημοσίου συμφέροντος” όπως διατείνεται, δημιουργεί ιδιαιτέρως αρνητικό προηγούμενο και μεγάλο σκεπτικισμό στους υποψήφιους συμμετέχοντες στις επόμενες δημοπρασίες και οδηγεί στη μη επίτευξη των στόχων για τις ΑΠΕ του 2020, πόσο μάλλον όταν πρόσφατα έχουν τεθεί νέοι πολύ φιλόδοξοι στόχοι με την νέα ευρωπαϊκή Οδηγία για την διείσδυση των ΑΠΕ μέχρι το 2030.
Η απόφαση αυτή τιμωρεί αδίκως όλους εκείνους που, ακολουθώντας κατά γράμμα τους κανόνες που έθεσε η ΡΑΕ, κατακύρωσαν τιμή στον διαγωνισμό, χωρίς χειραγώγηση ή καταστρατήγηση των όρων του διαγωνισμού και τους υποχρεώνει να συμμετάσχουν και πάλι σε ένα νέο διαγωνισμό, έχοντας εν τω μεταξύ “ανοίξει τα χαρτιά τους” κάποιοι από αυτούς για το πόσο χαμηλά μπορούν να ρίξουν τις προσφορές τους. Αυτό ακυρώνει στην πράξη κάθε εχέγγυο για δίκαιο διαγωνισμό, αφού η ΡΑΕ δημοσιοποίησε τα στοιχεία, με αποτέλεσμα να οδηγεί σε στρέβλωση τους όρους του επόμενου διαγωνισμού. Είναι απορίας άξιο, αφού η ΡΑΕ είχε αποφασίσει να ματαιώσει τον διαγωνισμό όσον αφορά την Κατηγορία ΙΙ, ποια λογική εξυπηρετούσε η δημοσιοποίηση των συμμετεχόντων και των προσφορών τους στην απόφασή της, για τους οποίους δεν είχε να προσάψει τι.
Το πραγματικό πρόβλημα που υπάρχει, είναι ότι η ΡΑΕ προσπαθεί να δημιουργήσει τεχνηέντως ανταγωνισμό, θεσπίζοντας “ειδικούς” περιοριστικούς κανόνες, που όμως δεν δουλεύουν στην πράξη, ενώ η ουσία έγκειται στην απουσία επαρκών ώριμων αδειοδοτικά έργων. Αν υπήρχαν αρκετά ώριμα έργα, θα είχαμε και περισσότερο ανταγωνισμό και δεν θα χρειαζόταν να θεσμοθετούνται κανόνες που δεν λειτουργούν στην πράξη. Αντί λοιπόν να συμβαίνουν τέτοια περιστατικά, ας επικεντρωθεί η ΡΑΕ στην απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών ώστε να εφαρμόζεται η νομοθεσία που ορίζει ρητά πως η άδεια παραγωγής θα πρέπει να εκδίδεται το πολύ εντός τριμήνου (και όχι με καθυστέρηση ενός τουλάχιστον έτους όπως συμβαίνει σήμερα).
Η ματαίωση του διαγωνισμού στέλνει το χειρότερο μήνυμα στην αγορά, την ώρα μάλιστα που, για πρώτη φορά, έχουμε την εκδήλωση έντονου επενδυτικού ενδιαφέροντος από μεγάλους ομίλους του εξωτερικού.
Να τονίσουμε εδώ ότι από την εκκίνηση των διαγωνιστικών διαδικασιών, οι σχετικές αποφάσεις της ΡΑΕ δεν έχουν ως κριτήριο την εμπροσθοβαρή ανάπτυξη έργων φωτοβολταϊκών, προβάλλοντας πάντα ως μοναδικό κριτήριο τις χαμηλότερες τιμές. Η πρακτική αυτή έρχεται σε αντίθεση με τη φιλοσοφία του ενεργειακού σχεδιασμού της χώρας ο οποίος θέτει ως μέγιστη προτεραιότητα την ταχεία ανάπτυξη των ΑΠΕ προκειμένου να αντιμετωπιστεί η καταστροφική κλιματική αλλαγή. Προφανώς είναι ευκταίο η ανάπτυξη αυτή να συμβεί με τη μικρότερη δυνατή επιβάρυνση για τους καταναλωτές. Κανείς όμως δεν μπορεί να κατηγορήσει τα φωτοβολταϊκά ότι δεν συμβάλλουν σε αυτή την κατεύθυνση, αφού είναι, και με διαφορά μάλιστα, η τεχνολογία το κόστος της οποίας έπεσε τόσο δραστικά τα τελευταία χρόνια (μείωση 85% την τελευταία δεκαετία). Με τον σχεδιασμό και τις ενέργειες της ΡΑΕ, θα έχουν εγκατασταθεί μόλις 400 MW φωτοβολταϊκών ως τα τέλη του 2020, όταν το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα προβλέπει 60% παραπάνω. Και φυσικά δεν μπορεί να μην έχει ακούσει η ΡΑΕ τη δραματική έκκληση της επιστημονικής κοινότητας για τον λίγο χρόνο που μας απομένει για να αποτρέψουμε μια μη αναστρέψιμη κλιματική αποσταθεροποίηση. Όταν καίγεται το σπίτι σου, δεν είναι πρώτη προτεραιότητα να πετύχεις απλώς τις χαμηλότερες τιμές, αδιαφορώντας για τις άλλες στρατηγικές επιλογές της χώρας.
Ενόψει των ανωτέρω, θα πρέπει όλοι να έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους ότι η ταχεία διείσδυση των ΑΠΕ στη χώρα μας εξυπηρετεί και αυτή με την σειρά της το δημόσιο συμφέρον και μάλιστα όχι πρόσκαιρα αλλά σε μακροχρόνια βάση.