Όπως έχει διαφανεί και στην πρώτη διαγωνιστική διαδικασία τον Ιούλιο του 2018 αλλά και από τις σχετικές παρουσιάσεις της ΡΑΕ, ο αριθμός ώριμων έργων φωτοβολταϊκών είναι εξαιρετικά περιορισμένος. Αν μάλιστα συνυπολογίσει κανείς πως η πλειονότητα των ώριμων έργων αφορά σε μεγάλα χαρτοφυλάκια που θα συμμετάσχουν υποχρεωτικά στους κοινούς διαγωνισμούς φωτοβολταϊκών-αιολικών, διαφαίνεται ένα μείζον πρόβλημα, ειδικά για την Κατηγορία ΙΙ (έργα ισχύος 1-20 MWp). Σε κάθε περίπτωση, η προϋπολογισθείσα ποσότητα των 900 MWp για τους διαγωνισμούς φωτοβολταϊκών δεν πρόκειται να καλυφθεί, δεδομένου και του κανόνα του 75% που απαιτεί διαθεσιμότητα έργων 1.575 MWp.
Προκειμένου λοιπόν να υπάρξουν ώριμα έργα, απαιτείται μια επιτάχυνση των αδειοδοτικών διαδικασιών.
Σύμφωνα με το άρθρο 3, παρ.2 Ν.3468/2006:“Η Ρ.Α.Ε. εξετάζει αν πληρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 1 και αποφασίζει για τη χορήγηση ή μη άδειας παραγωγής μέσα σε δύο (2) μήνες από την υποβολή της αίτησης, εφόσον ο φάκελος είναι πλήρης, άλλως από τη συμπλήρωση του. Ο φάκελος θεωρείται πλήρης, αν μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την υποβολή του δεν ζητηθούν εγγράφως από τον αιτούντα συμπληρωματικά στοιχεία”.
Με βάση τη νομοθεσία λοιπόν, η ΡΑΕ οφείλει να αποφασίσει για τη χορήγηση ή μη άδειας παραγωγής το πολύ σε τρεις μήνες από την κατάθεση των αντίστοιχων φακέλων. Η ΡΑΕ δεν τηρεί αυτή την προθεσμία, παραβιάζοντας προφανώς το νόμο, επικαλούμενη έλλειψη προσωπικού και φόρτο εργασίας. Πουθενά όμως δεν λέει ο νόμος ότι η εφαρμογή του ισχύει κατά το δοκούν και υπό προϋποθέσεις. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να δοθούν άμεσα άδειες παραγωγής σε έργα που έχουν αιτηθεί κάτι τέτοιο εδώ και πολλούς μήνες ή ακόμη εδώ και χρόνια και δεν έχουν λάβει απάντηση με ευθύνη της ΡΑΕ.Η συνέχιση της σημερινής πρακτικής από πλευράς της ΡΑΕ δρα αποτρεπτικά για μελλοντικούς επενδυτές, ενώ μηδενίζει την πιθανότητα υλοποίησης των υπό εξέταση έργων.