του Στέλιου Ψωμά
Η ανατολή μιας νέας αγοράς
Όταν ο χαρισματικός Elon Musk παρουσίασε την Πρωτομαγιά του 2015 τη νέα γενιά συσσωρευτών της Tesla, δεν υπήρξε μέσο επικοινωνίας στον πλανήτη που να μην καλύψει την είδηση. Και ήταν είδηση γιατί ο Musk δεν είναι τυχαίο πρόσωπο. Συνιδρυτής, μεταξύ άλλων, της PayPal, CEO της Tesla Motors, πρόεδρος της Solar City, της μεγαλύτερης εταιρίας φωτοβολταϊκών στην Αμερική. Κάποιοι τον αποκαλούν Steve Jobs της ενέργειας και μάλλον δεν έχουν άδικο. Η πραγματική είδηση όμως ήταν οι μπαταρίες (οικιακής και εμπορικής χρήσης) που παρουσίασε.
Τι το καινούργιο φέρνουν αυτές οι μπαταρίες; Σίγουρα όχι κάποια τεχνολογική καινοτομία, αφού πρόκειται για κλασικούς συσσωρευτές ιόντων λιθίου που βρίσκει κανείς στο εμπόριο εδώ και μερικά χρόνια. Η καινοτομία έγκειται στο compact design και ιδιαίτερα στο κόστος, αφού προβλέπεται να παρέχονται σε τιμές χαμηλότερες του ανταγωνισμού. Για να γίνει αυτό, η Tesla θα χρησιμοποιήσει το Gigafactory που ήδη ολοκληρώνεται στη Νεβάδα (μια επένδυση 5 δις $). Το μυστικό λοιπόν είναι marketing και οικονομία κλίμακας.
Απ’ ότι φαίνεται, η κίνηση αυτή υπήρξε όντως καταλύτης για μια σειρά εξελίξεων στο χώρο της αποθήκευσης ενέργειας. Ακόμη και εταιρίες όπως η Daimler Benz (Mercedes) ανακοίνωσαν πως εισέρχονται στο χώρο της οικιακής αποθήκευσης ενέργειας. Το ίδιο έπραξαν και αρκετές εταιρίες φωτοβολταϊκών σε πολλές χώρες (από τη Γερμανία και τις ΗΠΑ, ως την Αυστραλία, τον Καναδά και τη Βρετανία).
Αυτό το επικοινωνιακό τσουνάμι όμως δεν θα αυξήσει μόνο τα κέρδη της Tesla και των άλλων εταιριών που ήδη εμπλέκονται. Όλα δείχνουν πως θα επιταχύνει και την ανάπτυξη αυτής της νέας αγοράς συσσωρευτών οικιακής και εμπορικής χρήσης σε συνδυασμό με φωτοβολταϊκά συστήματα, μιας αγοράς που (για το κομμάτι των συσσωρευτών μόνο) εκτιμάται ότι θα αγγίζει το 2017 τα 19 δις $ σύμφωνα με την IMS Research.
Η σχετική αγορά τρέχει πλέον με εξαιρετικά γοργούς ρυθμούς και το κόστος της αποθηκευμένης ενέργειας έχει πέσει σχεδόν κατά 50% την τελευταία διετία και αναμένεται να πέσει εκ νέου στο μισό ως το 2020. Ταυτόχρονα, ενώ υπάρχουν θεωρητικά διαθέσιμες πολλές τεχνολογίες αποθήκευσης, φαίνεται πως έχουμε ήδη πρωταθλητή, αφού όλα δείχνουν ότι η τεχνολογία ιόντων λιθίου είναι αυτή που θα έχει τον πρώτο λόγο στις εφαρμογές. Άλλωστε, όλοι οι μεγάλοι κατασκευαστές συσσωρευτών (Panasonic, LG Chem, Tesla, κ.α.) έχουν ήδη επενδύσει δισεκατομμύρια σε αυτή την τεχνολογία.
Πενταπλασιασμός της αγοράς συσσωρευτών σε μία μόλις διετία
Μέχρι σήμερα το πρόβλημα ήταν το υψηλό κόστος των συσσωρευτών, κάτι που λειτουργούσε αποτρεπτικά. Τα τελευταία χρόνια, η έρευνα και οι επενδύσεις στον τομέα αυτό, οδηγούν σε σημαντική μείωση του κόστους των συσσωρευτών, σε βελτίωση των αποδόσεων και εν τέλει σε ένα ολοένα και πιο ελκυστικό προϊόν ευρείας κατανάλωσης.
Εξέλιξη κόστους συσσωρευτών ιόντων λιθίου
Μετά από μια πενταετία, ορισμένες τεχνολογίες συσσωρευτών αναμένεται να είναι ανταγωνιστικές στην πλειονότητα των εφαρμογών ηλεκτρισμού και μεταφορών
Σε ότι αφορά μεγαλύτερα συστήματα αποθήκευσης, υπάρχουν φυσικά και άλλες τεχνολογίες με συσσωρευτές βιομηχανικού τύπου (π.χ. τεχνολογίας NaS) που μπορούν να εγκατασταθούν κατά μήκος του δικτύου (π.χ. από τον ΔΕΔΔΗΕ για εξομάλυνση των αιχμών), σε φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα, σε βιομηχανίες και φυσικά στα νησιά όπου μπορούν να ενισχύσουν τα αδύναμα κατά τεκμήριο δίκτυα. Ήδη, βρίσκεται σε εξέλιξη το πρώτο πιλοτικό πρόγραμμα στην Τήλο (http://www.tiloshorizon.eu/), ενώ πρόσφατα και η ΔΕΗ εξέφρασε την πρόθεσή της να προχωρήσει σε εγκατάσταση συσσωρευτών σε άλλα νησιά του Αιγαίου.
Μία εκτίμηση για την ανάπτυξη των αγορών αποθήκευσης ενέργειας στην Ευρώπη
Βιομηχανικοί συσσωρευτές (τεχνολογίας NaS) 34 MW στην Futamata της Ιαπωνίας
Το μέλλον της ενέργειας – αποκεντρωμένη παραγωγή και συστήματα αποθήκευσης
Τι σημαίνει πρακτικά η αποθήκευση για τον οικιακό και μικρό εμπορικό καταναλωτή;
Ας υποθέσουμε ότι κάποιος εγκαθιστά ένα μικρό φωτοβολταϊκό στην κατοικία του και γίνεται αυτοπαραγωγός ενέργειας (κάτι που προβλέπεται ήδη από τη νομοθεσία για το net–metering). Προφανώς το φωτοβολταϊκό παράγει τις ώρες ηλιοφάνειας, ενώ η κατανάλωση γίνεται όλο το 24ωρο. Χοντρικά, μόνο το 1/3 παραγωγής και κατανάλωσης ταυτοχρονίζονται. Έτσι, η περίσσεια της παραγωγής εγχέεται στο δίκτυο (που παίζει το ρόλο μιας μεγάλης μπαταρίας), οι υπόλοιπες ανάγκες καλύπτονται από το δίκτυο σε πραγματικό χρόνο και, με βάση τη νομοθεσία, γίνεται συμψηφισμός παραγόμενης και καταναλισκόμενης ενέργειας σε ετήσια βάση.
Ένας χοντρικός κανόνας για το ποσοστό ταυτοχρονισμού παραγόμενης-καταναλισκόμενης ενέργειας (ποσοστό που εξαρτάται από το προφίλ κατανάλωσης και καθορίζει την τιμή συμψηφισμού κάθε καταναλωτή), δίνεται στον παρακάτω πίνακα.
Αν τώρα προστεθεί στο σύστημα και μία μπαταρία, το ποσοστό της πράσινης ενέργειας που ιδιοκαταναλώνεται σε πραγματικό χρόνο αυξάνεται (μπορεί να ξεπεράσει και το 80%) και αυτό συνεπάγεται δύο οφέλη: ένα για τον καταναλωτή (περισσότερη εξοικονόμηση χρημάτων) και ένα για το δίκτυο, αφού οι μπαταρίες βοηθούν να μειωθεί και η βραδινή αιχμή της ζήτησης πέραν της μεσημεριανής που ήδη έχει εξαλειφθεί από τα εγκατεστημένα έως σήμερα φωτοβολταϊκά.
Φωτοβολταϊκό διασυνδεδεμένο με το δίκτυο σε συνδυασμό με σύστημα αποθήκευσης της παραγόμενης ενέργειας
Φυσικά, μπορεί κανείς με χρήση συσσωρευτών να απαλλαγεί πλήρως από τη ΔΕΗ (ή άλλο εναλλακτικό πάροχο), μια επιλογή που όμως δεν συνιστάται για τους περισσότερους καταναλωτές παρά μόνο για εκείνους που βρίσκονται σε πολύ απομακρυσμένες περιοχές. Μη ξεχνάμε ότι το δίκτυο αποτελεί την υπέρτατη “μπαταρία” παρέχοντας τη μέγιστη ασφάλεια.
Τεχνικά λοιπόν όλα δείχνουν μια χαρά. Το θέμα είναι αν ο συνδυασμός μπαταρίας και φωτοβολταϊκού συνεπάγεται και οικονομικά οφέλη τέτοια που να καθιστούν βιώσιμη την επένδυση. Η αλήθεια είναι πως σήμερα, τα οικονομικά οφέλη είναι οριακά, κάτι που όμως αναμένεται να αλλάξει δραστικά την ερχόμενη πενταετία.
Στη Γερμανία, όπου τα τιμολόγια ηλεκτρικού είναι ιδιαιτέρως υψηλά, ο συνδυασμός φωτοβολταϊκού-συσσωρευτών είναι ήδη οικονομικά ανταγωνιστικός. Το 2015 εγκαταστάθηκαν 16.000 τέτοια συστήματα στη Γερμανία.
Το ελληνικό παράδοξο
Την άνοιξη του 2015 (λίγες μέρες πριν την ανακοίνωση της Tesla), ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών ζήτησε να καθοριστούν από τον ΔΕΔΔΗΕ προδιαγραφές για την εγκατάσταση συσσωρευτών σε φωτοβολταϊκά συστήματα αυτοπαραγωγής. Ενώ δεν έχουν καθοριστεί ακόμη τέτοιες προδιαγραφές, οι υπηρεσίες του ΔΕΔΔΗΕ αποφάσισαν εν τω μεταξύ πως “ηλεκτρική διαμόρφωση παράλληλης λειτουργίας του συστήματος αποθήκευσης (π.χ. συσσωρευτών) και του φωτοβολταϊκού συστήματος στο πλαίσιο του προγράμματος αυτοπαραγωγής με ενεργειακό συμψηφισμό δεν είναι αποδεκτή”.
Την ίδια ώρα, από το Υπουργείο Οικονομίας, Ανάπτυξης και Τουρισμού προκηρύχθηκε δράση του ΕΣΠΑ που επιδοτεί μεταξύ άλλων και την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών και συστημάτων αποθήκευσης σε επιχειρήσεις. Στη Δράση “Αναβάθμιση πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων για την ανάπτυξη των ικανοτήτων τους στις νέες αγορές”, προβλέπεται η επιδότηση “εξοπλισμού και εργασιών για την παραγωγή ενέργειας από φιλικές προς το περιβάλλον τεχνολογίες (φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες, γεωθερμία, κ.λπ.) και αποθήκευση ενέργειας”.
Με άλλα λόγια, επιδοτείται κάτι που στην πράξη δεν επιτρέπεται. Απ’ ότι φαίνεται η υπόθεση της αποθήκευσης ενέργειας στην Ελλάδα θα ακολουθήσει ένα πιο ανηφορικό δρόμο απ’ ότι σε άλλες χώρες…
*Ο Στέλιος Ψωμάς είναι Σύμβουλος σε θέματα Ενέργειας και Περιβάλλοντος
Δημοσιεύτηκε στο www.energia.gr