Έντονος προβληματισμός αναφορικά με τις δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

Αθήνα, 11-10-2013

  • Λανθασμένη, αντιαναπτυξιακή και αμφισβητήσιμη ως προς τα οφέλη για τους καταναλωτές η διαμόρφωση του έντονα αρνητικού κλίματος για τα φωτοβολταϊκά και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
  • Ο κλάδος των φωτοβολταϊκών αντιπροσωπεύει περίπου το 1% του ΑΕΠ (με το 40% να αφορά εγχώρια προστιθέμενη αξία).
  • Η σωρεία αρνητικών ρυθμίσεων τους τελευταίους μήνες, δεν αναιρεί μόνο τη δυνατότητα νέων επενδύσεων, αλλά εμποδίζει την ανάπτυξη καινοτομίας, περιορίζει δραματικά τις θέσεις εργασίας και τη δυνατότητα μείωσης του κόστους προς όφελος των τελικών καταναλωτών.

Λανθασμένη είναι η ακολουθούμενη από την κυβέρνηση πολιτική για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και όχι η αντίστοιχη ευρωπαϊκή πολιτική, υποστηρίζει ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών, με αφορμή δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών.

Ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε επί λέξει πως “αποδείχτηκε ότι η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη γρήγορη διείσδυση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας ήταν λανθασμένη, διότι οδήγησε στο να καλείται ο καταναλωτής ενέργειας (είτε πρόκειται για επιχειρήσεις είτε για ιδιώτες) να πληρώσει δυσβάσταχτα τέλη”.
Η ευρωπαϊκή πολιτική για την ανάπτυξη των ΑΠΕ βασίζεται στο γεγονός ότι οι ΑΠΕ συμβάλλουν στην προστασία του περιβάλλοντος, στην ενεργειακή ασφάλεια, στη μείωση των απωλειών μεταφοράς και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας, στη δημοκρατία μέσω της αποκεντρωμένης παραγωγής, στην καινοτομία, στην ανάπτυξη και στα δημόσια έσοδα.

Ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών αντιλαμβάνεται και εκτιμά πλήρως τις τρέχουσες οικονομικές δυσκολίες και την επιβάρυνση των καταναλωτών, δεν μπορεί ωστόσο να μη διερωτηθεί για το σύνολο των τελών που επιβαρύνουν τους καταναλωτές στους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος και την ανταποδοτικότητα διαφόρων τελών. Το Ειδικό Τέλος (ΕΤΜΕΑΡ) που καταβάλλεται για την ενίσχυση των ΑΠΕ (αλλά, λόγω των στρεβλώσεων στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας, ποσοστό του μόνο κατευθύνεται προς τις καθαρές πηγές ενέργειας), είναι σημαντικά μικρότερο από τα υπόλοιπα τέλη που βαρύνουν τους λογαριασμούς της ΔΕΗ (π.χ. το περίφημο “χαράτσι” για τα ακίνητα), κυρίως όμως είναι μια επένδυση στο μέλλον. Χάρη σε αυτά τα τέλη, που δεν καταβάλλονται εσαεί αλλά για όσο διαρκέσουν οι συμβάσεις των έργων ΑΠΕ, οδεύουμε σε μια νέα κατάσταση, στην οποία πλέον οι Έλληνες καταναλωτές θα απολαμβάνουν ρεύμα φθηνότερο από το λιγνιτικό, χωρίς καταστροφή του περιβάλλοντος και χωρίς εξάρτηση από τα εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα.

Σε ότι αφορά στη συνεισφορά των ΑΠΕ στην απασχόληση και τα δημόσια έσοδα, το 2013 και μόνο από τα φωτοβολταϊκά:

  • Παρήχθη σχεδόν 1% του ΑΕΠ (με το 40% να αφορά εγχώρια προστιθέμενη αξία)
  • Εισπράχθηκε νέο ΦΠΑ τουλάχιστον 100 εκατ. € από νέες εγκαταστάσεις
  • Δημιουργήθηκαν νέα φορολογικά έσοδα τουλάχιστον 100 εκατ. €
  • Υποστηρίχθηκαν 20.000 άμεσες και 30.000 έμμεσες θέσεις εργασίας

Σήμερα, κυρίως λόγω της ολιγωρίας της Πολιτείας, έχει δημιουργηθεί ένα σημαντικό έλλειμμα στον Ειδικό Λογαριασμό που υποστηρίζει την ανάπτυξη των ΑΠΕ στη χώρα μας. Πρόκειται για ένα σοβαρό και υπαρκτό πρόβλημα, το οποίο όμως σε καμία περίπτωση δεν επαρκεί ως εξήγηση για τη μεταστροφή της στάσης της Πολιτείας απέναντι στις ΑΠΕ. Αν το έλλειμμα ήταν η πραγματική αιτία, με τη λήψη μέτρων που το εξαλείφουν, θα περίμενε κανείς η υπόλοιπη πολιτική να παραμείνει φιλική προς τις ΑΠΕ, κάτι που δυστυχώς δεν συμβαίνει στην πράξη. Όπως προκύπτει από τα μέτρα που πήρε το ΥΠΕΚΑ τον τελευταίο χρόνο, που ήταν στο σύνολό τους αρνητικά για τις ΑΠΕ, η κυβέρνηση προχωρά συστηματικά και συνειδητά στην αναίρεση όλων των θετικών πρωτοβουλιών της Πολιτείας σε σχέση με την προώθηση των ΑΠΕ, τις οποίες μάλιστα δυσφημεί σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσει την μεταστροφή αυτή.

Την ίδια στιγμή έχουμε μπαράζ θετικών ειδήσεων για τις ρυπογόνες τεχνολογίες των ορυκτών καυσίμων, τις οποίες η κυβέρνηση προωθεί με απόλυτη συνέπεια, ενώ δεν γίνεται λόγος για τις άμεσες και έμμεσες επιδοτήσεις που καταλήγουν στα ορυκτά καύσιμα και οι οποίες είναι πολλαπλάσιες των ενισχύσεων που λαμβάνουν οι ΑΠΕ.

Με αφορμή λοιπόν την κρίση και την ύφεση, έχουμε μια στροφή στο παρελθόν και έναν εξορκισμό της “πράσινης ανάπτυξης”. Ενώ όμως η οικονομική κρίση θα διαρκέσει λίγα χρόνια και μετά θα υπάρξει ανάκαμψη, η κρίση του κλίματος είναι εμμένουσα και θα διαρκέσει δεκαετίες. Για την κρίση αυτή αποκλειστικά υπεύθυνα είναι τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα, τα οποία πρόκειται να εξαντληθούν τις προσεχείς δεκαετίες, αφήνοντας όμως ανεξίτηλο το ίχνος τους στο κλίμα και την οικονομία του πλανήτη. Οι ΑΠΕ είναι “καταδικασμένες” να κυριαρχήσουν. Μόνο που αν μεταβούμε ταχύτερα σε αυτές θα κληροδοτήσουμε ένα βιώσιμο περιβάλλον στα παιδιά μας.

Τα τελευταία χρόνια, τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς, τα φωτοβολταϊκά αποτέλεσαν τη γρηγορότερα αναπτυσσόμενη ενεργειακή τεχνολογία. Αυτή η γοργή ανάπτυξη των φωτοβολταϊκών έφερε και μια εντυπωσιακή μείωση του κόστους τους, με αποτέλεσμα σήμερα τα φωτοβολταϊκά να μπορούν να ανταγωνίζονται ευθέως τα ρυπογόνα ορυκτά καύσιμα. Για να επιτευχθεί αυτό, ήταν απαραίτητη μέχρι τώρα η πολιτική στήριξη τους κυρίως με την παροχή εγγυημένων τιμών πώλησης της παραγόμενης ενέργειας. Σύντομα όμως θα περάσουμε σε μια νέα φάση ανάπτυξης όπου τα μεν εμπορικά φωτοβολταϊκά μεγάλης ισχύος θα ανταγωνίζονται με τις συμβατικές πηγές ενέργειας στη χονδρεμπορική αγορά, τα δε μικρά οικιακά και εμπορικά συστήματα θα παράγουν ενέργεια φθηνότερη από την ενέργεια που αγοράζει κανείς από το δίκτυο.

Με γνώμονα την προστασία των καταναλωτών και τη μη περαιτέρω επιβάρυνσή τους, ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών καλεί την Πολιτεία να αδράξει αυτή την ευκαιρία. Όπως κατέδειξε και σχετική μελέτη του ΑΠΘ, η περαιτέρω ανάπτυξη της αγοράς φωτοβολταϊκών σημαίνει χαμηλότερους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, διασφάλιση χιλιάδων θέσεων εργασίας και νέες επενδύσεις. Δεδομένου ότι η τιμή πώλησης της παραγόμενης από τα νέα φωτοβολταϊκά ηλεκτρικής ενέργειας έχει μειωθεί δραματικά, η μικρή επιβάρυνση που προκαλούν πλέον στον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ, αντισταθμίζεται και με το παραπάνω από τη μείωση στο κόστος προμήθειας της ηλεκτρικής ενέργειας που προκαλεί η αυξημένη τους διείσδυση, με αποτέλεσμα χαμηλότερους λογαριασμούς για τους τελικούς καταναλωτές και μάλιστα άμεσα.

Ήλιος: το εθνικό μας “καύσιμο”

  • Τα φωτοβολταϊκά αποτελούν σήμερα την πιο δημοκρατική και αποκεντρωμένη ενεργειακή τεχνολογία. Ο καθένας μπορεί να αξιοποιήσει τα φωτοβολταϊκά. Οι εφαρμογές φωτοβολταϊκών στην Ελλάδα (μικρές ή μεγάλες) ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες σε κάθε γωνιά της χώρας, ενώ οι ρυπογόνες συμβατικές μονάδες είναι συγκεντρωμένες στα χέρια λίγων.
  • Η ηλιακή ενέργεια είναι καθαρή, ανεξάντλητη, ήπια και ανανεώσιμη. Η ηλιακή ακτινοβολία δεν ελέγχεται από κανέναν και αποτελεί έναν ανεξάντλητο εγχώριο ενεργειακό πόρο, που παρέχει ανεξαρτησία, προβλεψιμότητα και ασφάλεια στην ενεργειακή τροφοδοσία.
  • Η Ελλάδα είναι 5η στον κόσμο σε ότι αφορά την ανά κάτοικο εγκατεστημένη ισχύ φωτοβολταϊκών.
  • Ο ήλιος είναι το πραγματικό “εθνικό καύσιμο”. Η ηλιακή ενέργεια που πέφτει σε ένα τετραγωνικό μέτρο κάθε χρόνο ισοδυναμεί με ένα βαρέλι πετρέλαιο. Η ηλιακή ενέργεια που φτάνει στη χώρα μας κάθε χρόνο ισοδυναμεί με 132 δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου αξίας 10 τρισεκατομμυρίων ευρώ.

Πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι

Τους τελευταίους μήνες και παρόλο που πλέον το κόστος της ηλιακής κιλοβατώρας είναι συγκρίσιμο της συμβατικής ενέργειας, ο κλάδος των φωτοβολταϊκών δοκιμάζεται από ένα μπαράζ αρνητικών ρυθμίσεων που έχουν αποσταθεροποιήσει την αγορά και έχουν οδηγήσει σε απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας,. Μόνο το πρώτο εννεάμηνο του 2013 εκτιμούμε πως χάθηκαν οι μισές θέσεις εργασίας στον κλάδο και αν συνεχιστεί έτσι η κατάσταση, ως το τέλος του έτους θα έχει απομείνει μόνο το 1/3 των θέσεων εργασίας που είχαμε το 2012. Το κακό χειροτερεύει όσο το ΥΠΕΚΑ εμμένει σε αντιαναπτυξιακές περιοριστικές ρυθμίσεις (όπως π.χ. η αναστολή της αδειοδότησης νέων έργων που θα έδιναν κάποια πνοή στην αγορά). Πολλές πολυεθνικές του κλάδου μάλιστα, οι οποίες επένδυσαν σημαντικά τα τελευταία χρόνια στην ελληνική αγορά, ετοιμάζονται να αποχωρήσουν από τη χώρα, αφού δεν βλέπουν καμία άμεση προοπτική ανάκαμψης και βιώσιμης ανάπτυξης. Το ίδιο και εκατοντάδες μηχανικοί και επιστήμονες που αναζητούν πλέον ένα καλύτερο μέλλον εκτός συνόρων, αφού έχουν απολέσει την εργασία τους στο χώρο των φωτοβολταϊκών.

Ακόμη και με την υιοθέτηση της πρότασης του ΣΕΦ για τις εγγυημένες τιμές που θα πρέπει να απολαμβάνουν τα νέα φωτοβολταϊκά από το 2015, βιώσιμα θα είναι είτε μεγάλα έργα επί εδάφους είτε μικρομεσαία έργα επί στεγών με χαμηλό επενδυτικό και λειτουργικό κόστος. Τέτοια έργα δεν μπορούν να αδειοδοτηθούν σήμερα και η ανάπτυξή τους μόνο απαιτεί 1-2 έτη. Είναι λοιπόν επιτακτική ανάγκη να ληφθούν άμεσα μέτρα προκειμένου να επανεκκινήσει η διαδικασία αδειοδότησης και ωρίμανσης έργων, αν θέλουμε να περισώσουμε κάποιες από τις θέσεις εργασίας.

Γι’ αυτό, ο Σύνδεσμος Εταιριών Φωτοβολταϊκών ζητά:

  1. Αναθεώρηση του εθνικού στόχου για το 2020, καθώς ο σχετικός νόμος δεν ανταποκρίνεται πλέον στην πραγματικότητα της αγοράς. Προτείνεται να τεθεί ένας κοινός στόχος 12 GW έως το 2020 για τις ώριμες τεχνολογίες των αιολικών και φωτοβολταϊκών, ώστε να ενισχυθεί η περαιτέρω διείσδυση των ΑΠΕ, με τέτοιο τρόπο που θα επιτρέπει την ανάπτυξη όλων των τεχνολογιών ΑΠΕ.
  2. Άρση της αναστολής αδειοδότησης νέων έργων και κατάργηση των οικονομικών, διοικητικών και θεσμικών εμποδίων που επιβραδύνουν την υλοποίηση έργων και αποθαρρύνουν τις επενδύσεις στην πράσινη ανάπτυξη.
  3. Άμεση ενίσχυση της αποζημίωσης των ΑΠΕ, με βάση:
    • την εύρυθμη και ισόρροπη λειτουργία της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και όχι μόνο την οικονομική απόδοση της κάθε επένδυσης.
    • την ανταπόδοση για τα περιβαλλοντικά και όχι μόνο οφέλη που επιφέρει η αυξημένη συμμετοχή των ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή, όπως τους χαμηλότερους λογαριασμούς για τους τελικούς καταναλωτές.
  4. Θεσμική κατοχύρωση του κατάλληλου μοντέλου net-metering, το οποίο κατοχυρώνεται μεν θεσμικά, με το άρθρο 6 του υπό ψήφιση νομοσχεδίου για τις ΑΠΕ, παρουσιάζει όμως ελλείψεις, δεδομένων των συνθηκών της αγοράς. Πιο συγκεκριμένα, προτείνεται η χρήση μετρητή διπλής κατεύθυνσης, η χρέωση του καταναλωτή μόνο για την τυχόν περίσσεια ενέργεια την οποία καταναλώνει και η πίστωση τυχόν περίσσειας παραγόμενης ενέργειας στη διάρκεια μιας μετρητικής περιόδου, στις επόμενες μετρητικές περιόδους, χωρίς, ωστόσο, να δύναται να υπερβεί η πίστωση τη διάρκεια ενός έτους. Ακόμη, προτείνεται η μείωση του συνολικού επενδυτικού κόστους για τη μικρομεσαία παραγωγή, η παροχή φοροαπαλλαγών και διατήρηση του σημερινού συστήματος των σταθερών εγγυημένων τιμών, ώστε να καταστεί δυνατή η μετάβαση από το σύστημα εγγυημένων τιμών σε αυτό του net-metering.
  5. Νέα διατύπωση του άρθρου του νομοσχεδίου για τις ΑΠΕ, που αφορά στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σταθμών σε γεωργική υψηλής παραγωγικότητας, ώστε να διορθωθεί η ακύρωση της δυνατότητας εγκατάστασης φωτοβολταϊκών σε μικρό τμήμα των γαιών υψηλής παραγωγικότητας, που δημιούργησε ο Ν.4015/2011.
  6. Απόσυρση της ρύθμισης για το προτεινόμενο “τέλους ασφάλειας εφοδιασμού”, καθώς αναμένεται να προκαλέσει ανισορροπία στην αγορά, “τιμωρώντας” ουσιαστικά τα φωτοβολταϊκά και ευνοώντας την ηλεκτροπαραγωγή με λιγνίτη. Το συγκεκριμένο τέλος, όπως τονίζεται, αφορά σε επικουρική υπηρεσία που παρέχεται, χωρίς να παρέχεται αμοιβή για αυτή.
[ext-link]/pdf/HELAPCO_PR_11Oct2013.pdf[type-pdf]Κατεβάστε τη Δημοσίευση[link-text]